Φωνές

Φωνές, φωνές, φωνές.

Τις ακούω μέσα στο κεφάλι μου.

Μια μου δίνει δύναμη, μια με ρίχνει.

Μια μου δίνει ελπίδα, μια την κατασπαράζει.

Είναι κάπως αστείο, κάπως τραγικό, τραγελαφικό, όλα συμβαίνουν μέσα στο κεφάλι μας. Όλα τα συμβάντα καταλήγουν να γίνουν αναπαραστάσεις εντός μας. Κι ό,τι καταλαβαίνουμε, είναι ό,τι αφήσαμε τον εαυτό μας να καταλάβει.

Υπάρχουν κι άλλες διαστάσεις, κι άλλες αναγνώσεις της ζωής, μα εμείς μένουμε σε όσες μας αρέσουν, σε όσες ικανοποιούν το εγώ μας. Θετικές, αρνητικές, ουδέτερες αναγνώσεις, δεν έχει τόσο σημασία. Σημασία έχει ότι ανάλογα με τον τρόπο που σκέφτεται ο άνθρωπος, βλέπει και τα πράγματα γύρω του.

Αν είσαι αισιόδοξος, τείνεις να βλέπεις τα θετικά. Αν είσαι απαισιόδοξος, τα αρνητικά. Κι αν είσαι ρεαλιστής, τα βλέπεις όλα πιο ουδέτερα.

Είναι μέρες που τα βλέπω θετικά, άλλες αρνητικά, κι άλλες ουδέτερα, όλα. Τι είμαι, αναρωτιέμαι; Είμαι ίσως ένας ρεαλιστής που ριζικά είναι απαισιόδοξος μα προσπαθεί μετά κόπων και βασάνων να’ναι αισιόδοξος; Ή μήπως κι αυτό αποτελεί άλλη μια πλάνη;

Τόσες και τόσες πλάνες έχουμε να μας συντροφεύουν. Ζούμε μέσα στα ψέματα που αρεσκόμαστε να λέμε στους εαυτούς μας. Και τα αποδεχόμαστε τρυφερά. Κι όποιος τολμήσει να τα αμφισβητήσει, θα’χει να κάνει μαζί μας.

Γνώση και σοφία υπάρχει μπόλικη στον κόσμο μας. Κι όμως, μοιάζει τίποτα να μην βαίνει καλώς. Γιατί;

Γιατί άραγε, ενώ έχουμε τις φωνές των ανθρώπων που έζησαν πριν από εμάς να μας συμβουλεύουν, εμείς εκεί, να ακούμε τις δικές μας φωνούλες, που μας παίζουν σαν μπαλάκι του τένις, μια εδώ και μια εκεί. Γιατί να μη μπορεί ο άνθρωπος να μάθει από την προηγούμενη, χωνεμένη εμπειρία; Γιατί να πρέπει να μαθαίνει μόνο μέσα από το βίωμα, από τα δικά του λάθη, που είναι αναπόφευκτο να κάνει;

Ώρες ώρες σκέφτομαι ότι θα έπρεπε να κάψουμε όλα τα βιβλία. Να διαγράψουμε κάθε ένδειξη καταγεγραμμένης γνώσης του παρελθόντος, ώστε να απελευθερωθούμε, από τις φωνές των προηγούμενων κυμάτων της ζωής, κι απλά να τα ξαναμάθουμε όλα, από την αρχή, ξεκινώντας από μέσα μας.

Μα συνέρχομαι και λέω, τι φταίνε οι άλλοι αν εμείς δεν έχουμε ωριμότητα ώστε να πέσουμε με τα μούτρα πάνω στο υπάρχον και να το αξιοποιήσουμε; Είναι δική μας η ευθύνη της πνευματικής και διανοητικής αναπηρίας.

Για παράδειγμα, κατοικούμε σε αυτή τη χώρα και μιλάμε τη γλώσσα που μιλάμε, κι όμως, ενώ υπάρχει τόση σοφία εδώ και δυόμισι χιλιετίες, εμείς, δεν την αξιοποιούμε. Την αφήνουμε να υπάρχει, και την πήραμε δανεική μόνο από αυτούς που τη δανείστηκαν προηγουμένως, τους σχολαστικούς και τους επιστήμονες της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού.

Τέλος πάντων, μάλλον είναι η ανθρώπινη φύση, δεν εξηγείται αλλιώς. Ή, ίσως πάλι, το μυαλό μου να μου παίζει παιχνίδια ακόμη κι εδώ.

Οι φωνές που ακούω, έρχονται κατά κύματα και φεύγουν έτσι. Μια είμαι εγώ, αυτό που νομίζω πως είμαι εγώ, που σκέφτεται με μια φωνή γνώριμης χροιάς, μια είναι άλλες φωνές που έρχονται και μου φέρνουν ό,τι μπορεί να βάλει ο νους του ανθρώπου. Δοκίμασα και τον διαλογισμό για να μάθω να χαλιναγωγώ τις φωνές αυτές, των άλλων εαυτών ας πούμε. Μα τζίφος. Κι από την άλλη, δεν ξέρω αν είναι και κακό να τις έχω. Νιώθω ότι μου φέρνουν πλούτο, ακόμη κι αν με τρελαίνουν.

Όχι, δεν είμαι διχασμένη προσωπικότητα. Αυτό που συμβαίνει σε εμένα, συμβαίνει σε όλους. Μόνο γράφοντας ηρεμώ τις άλλες φωνές και δίνω στην ισχυρότερη το πεδίο ώστε να εκφραστεί. Σπάνια με επηρεάζουν στη γραφή οι φωνές οι άλλες. Μα ακόμη κι η φωνή που φανερώνεται στο γράψιμο, ενός βαθύτερου, πραγματικού εαυτού, δεν είναι η ίδια που’χω όταν συναναστρέφομαι με τον κόσμο, με οποιονδήποτε κι αν μιλώ. Αυτό λίγο με ανησυχεί. Αναλογίζομαι, όταν δεν μιλά η ίδια φωνή, ποιος μιλά; Είναι ίσως ένας επιφανειακός, διπλωμάτης εαυτός, που έχω δημιουργήσει για να διαχειρίζεται τα του κόσμου. Μα η εσωτερική φωνή, είναι πηγαία κι αγνή, με μια αμετάβλητη στο χρόνο χροιά που την αναγνωρίζω εύκολα.

Διάβασα τις προάλλες το πρώτο κείμενο που έγραψα πίσω στο ’14, κι ενώ η γλώσσα κυλά διαφορετικά, λίγο πιο άτσαλα και με μεγαλύτερα κενά πότε πότε, αναγνώρισα τη φωνή μου πάρ’αυτα. Πώς γίνεται να ακούγομαι ίδιος, όχι στις ιδέες, όχι, στο συναίσθημα μάλλον, με τον εαυτό μου πριν από εννιά χρόνια, τότε που’μουν 21 χρονών;

Είμαι αυστηρός κριτής του εαυτού μου. Νιώθω να’μαι μεγάλος αποτυχημένος της ζωής. Ένας στυγνός ονειροπόλος που δε χαρίζεται σε τίποτα και σε κανέναν. Ζω μέσα στο κεφάλι μου, φαινομενικά συνδεδεμένος με τη ζωή. Και ίσως γι’αυτό να’μαι περήφανος για τον εαυτό μου, γιατί κατάφερε κι έγραψε μερικά κειμενάκια μέσα στο πέρασμα του χρόνου, κράτησε κάποια highlights της συνείδησης, όπως αυτή ήταν την εκάστοτε στιγμή. Ο επιφανειακός εαυτός δεν ήταν καθόλου ο ίδιος τόσα χρόνια, κι όσοι με ξέρουν το γνωρίζουν καλά. Μα ο εσωτερικός εαυτός, είναι πιο συμπαγής, με λιγότερα σκαμπανεβάσματα και, τολμώ να πω, λάθη.

Γι’αυτό πιστεύω πολύ στο γράψιμο, μα και σε κάθε είδους καλλιτεχνική έκφραση. Γιατί αποτυπώνουν με τον τρόπο τους την κατάσταση του εαυτού μας σε συγκεκριμένες στιγμές. Μια πολύ καλή φίλη, μου’πε ότι δημοσιεύοντας, και κοινοποιώντας κάτι, ουσιαστικά κάνουμε μνημόσυνο του εαυτού μας, για έναν του θάνατο. Γιατί πεθαίνουμε και γεννιόμαστε κάθε μέρα, κάθε στιγμή. Κολυμπούμε στο ποτάμι της ζωής, και, τα πάντα ρει, ξέρετε. Μα από την άλλη, υπάρχει μια πνευματική ουσία που μένει αναλλοίωτη. Ποια να’ναι η ουσία αυτή;

Πότε μέστωσε το κεφάλι μου και δημιούργησε αυτή τη φωνή;

Γιατί για παιδική δε μου κάνει. Εκτός κι αν είναι η παιδική που βράχνιασε καθώς μεγάλωνα. Ίσως η εσωτερική φωνή να’ναι η φωνούλα του παιδιού που κάποτε υπήρξα, και που κατάφερε να επιβιώσει μέσα στα χρόνια.

Ποιος ξέρει…

Ίσως αυτά τα ερωτήματα να μην είναι και τόσο σημαντικά. Ουσιαστικά δείχνω με αυτό τον τρόπο, πώς σκέφτομαι, πώς κυλά ο νους μου. Και φυσικά, όταν δε γράφω, κι απλά υπάρχω, έρχονται φωνές διάφορες και με αποσπούν όλη την ώρα.

Παρατήρησα ότι όλες μου οι ιδέες είναι συνθέσεις άλλων ιδεών. Ναι, δεν υπάρχει παρθενογέννηση, ή έστω είναι σπάνια. Αλλά και η σύνθεση, δεν είναι και άσχημη. Κι αυτή έχει την ομορφιά της, και κρύβει μια δύναμη που μπορεί να μας εξυψώσει. Αναρωτιέμαι πόσοι σκέφτονται παρομοίως. Κι αν υπάρχουν, που να βρίσκονται; Θα’θελα πολύ όλοι εμείς οι παράξενοι, ασυμβίβαστοι, όσο μπορούμε να είμαστε, να ερχόμασταν σε επαφή, με τον οποιονδήποτε τρόπο. Θα έκανε την μοναξιά σε πνευματικό επίπεδο που νιώθουμε να μειωθεί, όπως και τον γενικευμένο πόνο που πηγάζει από την ίδια τη ζωή επίσης.

Κατοικούμε μια ζωή μόνοι μέσα μας, ακόμη και οικογένεια να’χουμε, κανείς δεν μπορεί να μπει πλήρως στο μυαλό του άλλου. Κι ευτυχώς. Γιατί να μη βρεθούμε, να συνομιλήσουμε, να φανερώσουμε την τρέλα μας, που όλοι την έχουμε λίγο ως πολύ, ώστε να νιώσουμε λιγότερο μόνοι; Και ποιος ξέρει, ίσως έτσι οι φωνές να μη μας παραξενεύουν πια. Ίσως να αποκτήσουν μια διαφορετική σημασία τότε. Ίσως η ανάγνωση των της ζωής να αλλάξει, κι ο ένας να επηρεάσει θετικά τον άλλο. Ίσως ανοίγοντας τον εσωτερικό μας εαυτό, να μπορέσουμε να αλλάξουμε μηνύματα με καλύτερο τρόπο, και να εσωτερικεύσουμε τη σοφία που πηγάζει απ’όλους μας. Ίσως οι αναπαραστάσεις αλλάξουν, να πάρουν τον τρόπο σκέψης μαζί τους και να τον τινάξουν καλά καλά για να φύγουν τα ψίχουλα, να πάρουν μαζί και λίγες φωνούλες, κι ίσως τότε ο κόσμος μας φανερωθεί διαφορετικά, ίσως να’χει αλλάξει.

Πολλά ίσως μαζεύτηκαν όμως. Κι η ζωή δε βιώνεται με ίσως. Ίσως όμως και να κάνω λάθος.

Ίσως, όμως…

Όμως, ίσως…

Ώμος, ίσος…

Ίσος,ώμος!

3 σκέψεις σχετικά με το “Φωνές

  1. Φωνές πολλές, Θανάση. Και φωνές διαφορετικές εντελώς μέσα μας. Και με διαφορετικές αφετηρίες και εκφράσεις. Φωνές κάθε είδους και κάθε προέλευσης.
    Που να ρίξεις άγκυρα στους λογισμούς σου; Είναι τόσο πολλοί και σημαντικοί.
    Πιστεύω οι πράξεις συμπεριφοράς μας αντικατοπτρίζουν τη θέση μας στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Καθορίζεται από πολλές παραμέτρους, τάξη, παιδεία, εξουσία, χώρο, χρόνο κλπ κλπ.
    Να είσαι καλά, βρε φίλε, που μάς δίνεις ερέθισμα και υλικό για σκέψη.
    Την καλησπέρα μου.

    Αρέσει σε 1 άτομο

Σχολιάστε