Πάμε να κάνουμε άτα.
Πάμε να μάθουμε να περπατάμε.
Πάμε να μάθουμε να ζούμε.
Πάμε να μάθουμε να πεθαίνουμε.
Σήμερα σκεφτόμουν τη γενιά μου. Πώς ξεκινήσαμε, τι καταλαβαίναμε, τι στόχους βάζαμε, πώς πορευόμασταν ως τώρα. Τι ήμασταν και τι απογίναμε. Όλα αυτά σκεφτόμουν, και μια αίσθηση με έχει πλημμυρίσει, τι σκατά μας συνέβη; Που πηγαίνουμε;
Η κοινωνία απαρτίζεται από αμέτρητους ανθρώπους. Από ομάδες που αυτοί σχηματίζουν. Από οργανισμούς και θεσμούς. Από ιδέες και ταυτότητες. Από κύματα συναισθημάτων. Από όνειρα κι εφιάλτες. Η κοινωνία είμαστε εμείς, αλλά δεν έχει το πρόσωπο κανενός. Η κοινωνία, έχει ένα τεράστιο κι άμορφο πρόσωπο, φτιαγμένο από τα πρόσωπα όλων μας.
Σε κάθε στιγμή που περνά, στην κοινωνία μέσα συμβαίνουν δυο πράγματα: άνθρωποι γεννιούνται, άνθρωποι πεθαίνουν. Χαμογελάμε για τους πρώτους, κλαίμε για τους δεύτερους. Ίσως να’πρεπε να είναι ανάποδα αυτά. Αλλά εδώ φαίνεται η υποκρισία όλων των πιστών, ακόμη κι αν ισχυρίζονται ότι η ζωή αυτή είναι μια δοκιμασία, την αγαπούν τη δόλια, και κλαίνε για τους νεκρούς τους, παρόλο που η θρησκεία τους ζητά να βλέπουν το πράγμα αλλιώς. Σαν πολλά δε ζητάτε ρε θρησκείες; Εννοείται ότι βαθιά μέσα μας, σε ασυνείδητο επίπεδο, γνωρίζουμε όλοι λίγο-πολύ ότι τέλος εδώ πάει να πει τέλος γενικό. Κλαίμε για τον νεκρό μας, κλαίμε και για τον εαυτό μας, κλαίμε και γιατί τρώμε σφαλιάρα από τη ζωή. Τα μωρά που γεννιούνται, φέρνουν την ελπίδα μαζί τους, και έχουν τόση δύναμη αν και αδύναμα που ευθυγραμμίζουν τους πλανήτες γύρω τους ώστε να ασχολούνται όλοι μόνο με αυτά. Τα μωρά, είναι τέλεια στην αρχή, γιατί έχουν τόσο μεγάλη ανάγκη από φροντίδα, που οι άνθρωποι νιώθουν ότι η ζωή τους αποκτά νόημα ξανά. Τα γαλουχούμε μέσα στο ψέμα, για να τα προστατέψουμε από την αδηφάγα κοινωνία, που θα τα μασουλήσει εννοείται μόλις έρθει η ώρα τους. Τα παιδικά χρόνια, είναι η κύρια περίοδος ζωής του ανθρώπου. Μετά παλεύει απλά με τα κύματα για να κρατήσει το παιδί που υπήρξε κάποτε ζωντανό, μέχρι να πνιγεί και να ηρεμήσει.
Άνθρωποι έρχονται, άνθρωποι φεύγουν. Η διαδικασία είναι η εξής: οι παλαιότεροι, δίνουν τα φώτα τους στους νεότερους. Κι οι νεότεροι, που είναι αγνοί και καλοπροαίρετοι, πιστεύουν όσα έχουν να τους διδάξουν οι δασκάλοι τους, μη βάζοντας στο νου τους το κακό. Αλλά η ανθρώπινη φύση δεν ξέρει από καλό και κακό και τα χωράει όλα μέσα της. Μέσω των θεσμών της κοινωνίας, της κρατικής εκπαίδευσης, των μέσων ενημέρωσης και ψυχαγωγίας, της εκκλησίας, μέσα από προσωπικότητες βαρυσήμαντες ή μη, προβεβλημένες, καταφέρνει να περάσει τα μηνύματά της στον ανθό της ζωής. Το μήνυμα πολλές φορές είναι ανούσιο. Φαίνεται να’χει στόχο το καλωσόρισμα, τη μόρφωση, την παιδεία, αλλά ο σκοπός μοιάζει να είναι άλλος. Ο σκοπός είναι να τρώμε λίγο λίγο τα καλά χρόνια των παιδιών, να τους βάζουμε σκατά στο κεφάλι, να τους κάνουμε πειθήνιους όλους κι όλες τους, να τους πνίγουμε στη δουλειά την ανούσια, να μην έχουν τη δυνατότητα να αποκτήσουν πραγματική παιδεία, κριτική ικανότητα, ψυχική και σωματική δύναμη. Τους θέλουμε τετραγωνισμένους όλους. Αν κάποιο παιδί βγει με στρόγγυλο κεφάλι, θα του το πετσοκόψουμε, θα το κάνουμε να νιώσει άσχημα για τη διαφορετικότητά του, για την αυθεντικότητα που αναβλύζει από μέσα του, για το ότι είναι ζωντανό, κι άρα επικίνδυνο. Έτσι η κοινωνία, καταφέρνει να κατευνάζει τη δύναμη που’χουν οι νέοι για εξέγερση, για πιθανές επαναστάσεις κι ανατροπές, για αιματοχυσίες, και ανήσυχες καταστάσεις.
Πήγαινε παιδί μου σχολείο να μάθεις γράμματα. Πώς θα γίνεις άνθρωπος; Υπάρχει ανταγωνισμός. Θα σε φάνε οι άλλοι. Και το παιδί τρώει 15 χρόνια και βάλε εκπαίδευσης, ή καλύτερα διαμόρφωσης. Παιδικό, νηπιαγωγείο, δημοτικό, γυμνάσιο, κι αισίως λύκειο, αν είναι τυχερό και δουλεύει καλά πάει και στο πανεπιστήμιο. Χρειάζεται η εκπαίδευση, η μόρφωση, και κυρίως η παιδεία, φυσικά. Δεν είμαστε εναντίον τους. Αλλά αυτά τα γαμημένα 15 και πλέον χρόνια, τρώνε τη ζωή των παιδιών. Σχολείο, ξένες γλώσσες, μαθήματα, σπορ, λίγη τηλεόραση να ξελαμπικάρει το παιδί, ή να αποβλακωθεί κι άλλο. Χρειάζονται, ναι, αλλά τρώνε τη ζωή του. Η πραγματική μάθηση επιτυγχάνεται μέσω του παιχνιδιού. Κι αυτό γιατί το βίωμα είναι το πιο ισχυρό μέσο που’χει ο άνθρωπος για να μάθει.
Στο λύκειο, μας μπριζώνει η κοινωνία, διαβάστε να περάσετε στο πανεπιστήμιο!
Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ Πολυτεχνείο!
Σχολείο και φροντιστήρια. Διάβασμα επί διαβάσματος. Οι καθηγητάκοι λένε, κοιτάχτε να μην ερωτευτείτε. Τώρα είναι σοβαρά τα πράματα. Παίζεται το μέλλον σας. Κοιτάτε μην την πατήσετε. Ρε, αλήτες, γρανάζια του συστήματος που τα’βαλε με το παιδί. Η εφηβεία έπρεπε να’ναι αυτό που’ναι. Η καλύτερη περίοδος για να ερωτευτεί ο άνθρωπος. Τα συναισθήματα δε γνωρίζουν ταβάνι. Κάθε συναίσθημα προκαλεί χαραξιά τόσο βαθιά που θα μείνει ανεξίτηλη για πάντα. Αν θυμόμαστε κάτι στη ζωή μας, είναι τα εφηβικά χρόνια. Κι αυτή η άτιμη η κοινωνία, ζητά από τα παιδιά να σπαταλήσουν την πιο όμορφη περίοδο μέσα στα βιβλία λες κι είναι σχολαστικοί στα μοναστήρια.
Διαβάζεις. Γράφεις. Περνάς κάπου, δίχως να’σαι σίγουρος που, παρ’όλους του κόπους και τις θυσίες. Κι αυτό αν είσαι τυχερός. Ούτε που ξέρεις τι σκατά θέλεις να κάνεις με τη ζωή σου. Πάρε παιδί μου αυτό εδώ, λέει τις σχολές, αν σου αρέσουν τα μαθηματικά, είναι καλό να σπουδάσεις αυτό αυτό κι αυτό. Αν σου αρέσουν τα θεωρητικά μαθήματα, οι πιθανότητες είναι εναντίον σου, πρέπει να γράψεις πολύ καλά για να διεκδικήσεις μια σχολή με μέλλον. Μαλακίες επί μαλακιών. Που να ξέρει το παιδί. Μέχρι τα 15 του λέμε ψέματα επί ψεμάτων. Μετά, του μιλάμε λες κι είναι τριαντάρης. Υπάρχει ένα κενό τεράστιο. Ασχολήθηκε κανείς με την ψυχική κατάσταση των παιδιών; Έκατσε κανένας να μάθει το παιδί; Να το μάθει με βάση το είναι του, όχι το όνομά του. Τα παιδιά μεγαλώνουν μόνα, ακόμη και μέσα στις μεγαλύτερες και καλύτερες οικογένειες, γιατί κι αυτές είναι κοινωνικά θύματα.
Πας να σπουδάσεις, και το ρίχνεις στην κρεπάλη. Γιατί; Γιατί άραγε; Γιατί μέχρι τότε ήσουν φυλακισμένος μέσα στην ηλιθιότητα, και τώρα ως φοιτητής ή φοιτήτρια νιώθεις τι πάει να πει ελευθερία. Και φυσικά δεν ξέρεις πώς να τη διαχειριστείς, και καταλήγεις να καείς από δαύτη. Πάντως, η φοιτητική ζωή στην Ελλάδα, είναι μια παράταση σε αυτό που θα έπρεπε να’ναι η εφηβεία. Λίγο μάθημα, λίγη δουλειά, περισσότερο παρέες και καλοπέραση. Αν είσαι τυχερό παιδί. Γενικά χρειάζεται τύχη βουνό στη ζωή.
Μετά τις σπουδές, μετά τα «καλή σταδιοδρομία» από θείες και θείους, βγάζεις κάρτα ανεργίας στον ΟΑΕΔ. Και πλέον, το παιχνίδι πάει σε νέα πίστα.
Μέχρι να φτάσει ο άνθρωπος να γίνει άνεργος, απαιτούνται τόσο πολλά πράγματα, που είναι απορίας άξιο το πώς καταφέρνει να βρεθεί στην πόρτα του ΟΑΕΔ. Πλέον, την ιστοσελίδα του.
Μέσα σε όλο αυτό το ταξίδι που περνά ο νέος άνθρωπος, τόσο στην Ελλάδα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο, χάνει όλη την ουσία της ύπαρξής του. Κι αυτό δε γίνεται κατά λάθος. Πρόκειται περί πλεκτάνης. Μας την έχει στημένη η κοινωνία. Και τα χαλινάρια της κοινωνίας, τα κρατούν οι γηραιότεροι. Το πρόσωπό της, αν κι αχνοφαίνεται, έρχεται περισσότερο σε γερασμένο πρόσωπο κι όχι νεανικό. Το σώμα της ανθρωπότητας, μπορεί να’ναι νέο πάντα, αλλά στο κεφάλι κατοικοεδρεύει η τρίτη ηλικία.
Ως ανθρωπότητα, ρουφάμε το αίμα και τη ζωή από τα νεότερα κύτταρα, για να τα πάρουν τα παλιότερα και να ζήσουν λίγο παραπάνω. Τα κάνουμε ζόμπι, τα βάζουμε στο παιχνίδι, τα απανθρωποιούμε. Παίρνουμε το χρόνο τους, την εργασία τους, τα χρήματά τους. Τα βάζουμε να δανείζονται για να τα φυλακίζουμε κι άλλο. Τα κάνουμε να λένε το μαύρο άσπρο και το άσπρο μαύρο. Τα κάνουμε να μισούν τους εαυτούς τους, να νιώθουν λίγοι, γιατί έτσι είναι πιο εύκολα χειραγωγήσιμα. Καλά παιδιά, είναι τα παιδιά που εκπληρώνουν τις προσδοκίες των μεγάλων. Καλοί μαθητές, είναι οι μαθητές που έκαναν τα μαθήματά τους, κι ας μην βγήκανε στη γειτονιά για παιχνίδι. Επιβράβευση της πειθαρχίας, στα καλά στρατιωτάκια του αύριο. Μασάμε τις ψυχές των παιδιών, και φτύνουμε τα κουκούτσια τους στις ημέρες καριέρας.
Έτσι πορεύεται η κοινωνία της ανθρωπότητας. Το παιδί μεγαλώνει ως ζόμπι, γρανάζι του συστήματος σαν γίνει, και θα’ρθει η μέρα που θα γεράσει, και θα’χει ανάγκη να φάει τη νέα γενιά κι αυτό. Και πάλι από την αρχή. Δίχως σταματημό. Αυτό συμβαίνει.
Σε έναν κόσμο αλλιώτικο, διαφορετικό από τον δικό μας, η κοινωνία υποδέχεται τα νέα κύτταρα και προσπαθεί να τα ενδυναμώσει. Τους βάζει χρέος να ξεπεράσουν τα προγονικά τους κύτταρα, γονείς και παππούδες, όχι σε λεφτά ή σε χρόνια, αλλά σε ποιότητα κι ανθρωπιά. Τους ζητά βοήθεια, με τα καθαρά τους μάτια, να δουν και να δείξουν που αυτή σφάλλει, και ζητά νέες ιδέες, για το πώς θα λυθούν τα προβλήματα με τον καλύτερο τρόπο. Έτσι οι νέοι και οι νέες, νιώθουν ότι οι δυνατότητες τους μπορούν να αξιοποιηθούν. Δε νιώθουν περιθωριοποιημένοι. Δε νιώθουν στην απ’έξω της ζωής. Τα νέα κύτταρα δίνουν και πάλι ενέργεια και ζωή στο σώμα της ανθρωπότητας, γιατί είναι ελεύθερα και δυνατά. Στον κόσμο αυτόν, σε ένα παράλληλο σύμπαν, βασιλεύει η σοφία. Και βασιλεύει η σοφία όχι ενός πάνσοφου φιλοσόφου, αλλά η σοφία που αποκτάται από τη βιωμένη ζωή από το σύνολο των ανθρώπων, η γνώση και η εμπειρία που χωνεύτηκαν καλά.
Στον δικό μας κόσμο, με τα τόσα προβλήματα που μπορούν να μας κάψουν με ένα τσακ, βασιλεύει η κλειστομυαλιά των μεγαλυτέρων. Βασιλεύει η ηλιθιότητα, ο ατομικισμός, η ιδιώτευση.
Κάπως έτσι η γενιά μου, που πατάει φέτος τα τριάντα, γαλουχήθηκε για να’χει μονίμως προβλήματα που δεν μπορεί να λύσει. Και δεν μπορεί να τα λύσει γιατί έχει δεμένα χέρια, μάτια και μυαλά. Κάποιος έσβησε με μπλάνκο τις δυνατότητές μας. Κάποιος μας κάνει πλάκα. Κάποιος μας βιάζει χρόνια τώρα την ψυχή και το σώμα. Μας έχουν κάνει ζόμπι κι εμάς, κι από νέους γεμάτους με ζωή, μας κοιτάνε πλέον σαν ίσους κλείνοντας το μάτι. Μπήκαμε κι εμείς στο παιχνίδι κι ετοιμαζόμαστε, παίρνοντας θέση στο τραπέζι, για να φάμε τη νέα γενιά που’ρχεται και θα γαλουχηθεί από τα χεράκια μας.
Άτα άτα μας πήγανε κι εμάς και μάθαμε να περπατάμε.
Μαμά, μπαμπάς, χίλιες φορές μέχρι να μάθουμε να το λέμε.
Γιατί κλαίει το παιδί; Πες μας ρε άτιμο, τι θέλεις να σου το δώσουμε;
Και μόλις μάθαμε να περπατούμε, να μιλάμε, να σκεφτόμαστε, μας είπανε τώρα κάτσε κάτω, μην περπατάς. Τώρα μη μιλάς κι άκου. Τώρα δούλευε και μη σκέφτεσαι.
Έτσι κι εμείς τώρα παίρνουμε τη σκυτάλη για να καταστρέψουμε τον κόσμο λίγο παραπάνω.
Πάμε να κάνουμε άτα;

Ναι, επίπονη και διπλά επώδυνη η πορεία της ζωής για όσους ψάχνουν την αλήθεια! Αυτό που ακόμα αναρωτιέμαι είναι αν το επιλέγουν .
ΚΑΤΙ ΦΤΩΧΟΎΛΗΔΕΣ ΘΕΟΙ
Οι παρακάτω στίχοι ανήκουν στον Αρχαίο φιλόσοφο Θεόδωρο
τον Άθεο 465-398 π.Χ που εκπροσωπεί την Αρχαία Κυρηναϊκή
σχολή, ήταν πατέρας του ρήτορα Ισοκράτη, και το επάγγελμά του
αυλοποιός !
«Κάτι φτωχούληδες θεοί, που αφειδώς προσφέρουν σωτηρία,
αφόρητο μού προκαλούν τον οίκτο.
-Τους επιστρέφω αβλαβείς στα πλήθη των πιστών
και συνεχίζω επίπονη κι επώδυνη πορεία για το Αληθές» .
Καλό δρόμο….
Μου αρέσει!Αρέσει σε 2 άτομα
Ευχαριστώ για το σχόλιο Πεφτάστερε!
Δεν νομίζω ότι επιλέγει κανείς την αναζήτηση της αλήθειας, περισσότερο ως ανάγκη προκύπτει.
Το ερώτημα είναι τι ενεργοποιεί την ανάγκη αυτή στον άνθρωπο.
Να’χεις μια όμορφη μέρα φίλτατε!
Μου αρέσει!Μου αρέσει!