Άννα Καρένινα

Κάθε σπίτι βιώνει τη δυστυχία με τον τρόπο του, μα γιατί να μη συμβαίνει το ίδιο και με την ευτυχία;

Η ματαιοδοξία είναι γνώρισμα ανθρώπινο, τέλειο κι ατελές ταυτόχρονα.

Κάθε άνθρωπος είναι ένας κόσμος συναρπαστικός, μοναδικός κι ανεπανάληπτος.

Κι όλα αυτά είναι λόγια και νοήματα χιλιοειπωμένα.

Τελείωσα την Άννα Καρένινα του Τολστόι πριν από τρεις εβδομάδες. Χρειάστηκα δυο μήνες καθαρού διαβάσματος, άλλες μέρες λιγότερο, άλλες περισσότερο. Μα τα κατάφερα. Το έργο αυτό είναι το μεγαλύτερο που μπόρεσα να τελειώσω ως τώρα. Το θεωρώ επίτευγμα που το διάβασα και γι’αυτό νιώθω έτοιμος και για τους επόμενους δυο μεγάλους στόχους. Την Ιστορία Δυτικής Φιλοσοφίας του Ράσσελ και τη συνέχεια της Οδύσσειας του Καζαντζάκη. Πάει αλλού τώρα το πράγμα γιατί μόνο ευκολοδιάβαστα δεν είναι τα έργα αυτά όπως η Καρένινα.

Θεώρησα σκόπιμο να γράψω δυο λόγια για το βιβλίο, και να κάνω επίσης μια προσπάθεια να πάρω στοιχεία από αυτό προβάλλοντάς τα στο σήμερα. Ειδάλλως, τι νόημα θα’χε να διαβάζουμε τους κλασικούς συγγραφείς.

Λοιπόν, ο Τολστόι με κούρασε πολλές φορές. Τα υποκεφάλαια ήταν άπειρα σε αριθμό. Κάθε τρεις και τέσσερις σελίδες τελειώνουν. Διαβάζοντας το βιβλίο, ένιωθα λες κι έβλεπα σειρά στην τηλεόραση. Και ίσως γι’αυτό να’χε επιτυχία η Άννα τα περασμένα χρόνια. Η τηλεόραση δεν είχε εφευρεθεί στις μέρες του συγγραφέα. Οι άνθρωποι θέλανε κάτι να τους τραβάει την προσοχή και να τους κρατά σε εγρήγορση. Κι αυτό είναι δύσκολο να το πετύχεις σε μια περίοδο 8 ετών, τόσο χρειάστηκε για να τελειώσει. Επίσης, τα μέρη του έργου δημοσιεύονταν κάθε μήνα σε συνέχειες, άρα υπήρχαν αναγνώστες που περίμεναν πώς και πώς να δουν τι θα συμβεί στη παρά κάτω. Έξυπνα όλα αυτά. Ο Τολστόι, κατάφερε και με το παραπάνω να κερδίσει το κοινό. Αλλά όταν διαβάζεις το έργο μονορούφι στις μέρες μας, είναι εύκολο να κουραστείς και να χάσεις το ενδιαφέρον σου, γιατί έχουμε μάθει να καταναλώνουμε τέτοιου είδους πληροφορία με άλλο τρόπο. Είναι δύσκολο να την χωνέψουμε, απαιτεί πολλά από εμάς, σε όρους ενέργειας και χρόνου. Παρόλα αυτά, είναι από τις πιο γνωστές ιστορίες έρωτα κι αγάπης που καταλήγει σε τραγικές καταστάσεις μα και δράμα.

Εμένα αυτό που μου άρεσε περισσότερο στο βιβλίο, είναι η μαγκιά του Τολστόι να γράψει ένα αυτοβιογραφικό μυθιστόρημα, με τρόπο που να κάνει τους πάντες, ακόμη και τους πιο αδιάφορους, από τους αναγνώστες της εποχής του, κι όχι μόνο, να το διαβάσουν. Έβαλε δυο ιστορίες να πλέκονται η μια με την άλλη σε όλη την ύλη. Πιστεύω η μια ήταν πραγματική και η άλλη μυθοπλαστική. Πέτυχε να κρατά το ενδιαφέρον και για τις δυο, γιατί ενυπήρχε στο πυρήνα τους το στοιχείο του έρωτα και της αγάπης, με νότες πόνου και μυρωδιά θανάτου. Ουσιαστικά, δημιουργώντας την ηρωίδα Άννα, ο συγγραφέας είχε το ελεύθερο να κρύψει φανερά τον εαυτό του στον χαρακτήρα του Λέβιν. Η Άννα έπεσε θύμα του έρωτα και της κοινωνίας, μέσα στα χέρια του αγαπημένου εραστή της Βρόνσκι. Κι ο Λέβιν, έσωσε με την πηγαία και καθάρια αγάπη του την Κίτι, από τα σαγόνια της ματαιοδοξίας του Βρόνσκι. Δε φαντάζει τόσο ρώσικο όσο μεξικάνικο. Αναρωτιέται κανείς που το βρήκαν τόσο πάθος οι Ρώσοι. Κι όμως, στη φαντασία του Τολστόι, στον κόσμο μέσα του, ενυπήρχαν όλα τα ανθρώπινα στο μέγιστο βαθμό.

Διαβάζοντας το έργο, κατάλαβα ότι είμαι σχετικά κρύος άνθρωπος. Δεν έδωσα σημασία στους έρωτες και τις αγάπες, σχεδόν καθόλου. Αυτό που μου τραβούσε την προσοχή, ήταν οι κοινωνικές επαφές κι ο τρόπος ζωής. Σιγόβραζα μέσα μου καθ’όλη τη διάρκεια, γιατί έβλεπα πώς ζούσανε οι άνθρωποι της ρωσικής αριστοκρατίας, οι αυλικοί και οι στρατιωτικοί. Για εμένα, ο τρόπος ζωής τους ήτανε υβριστικός. Καθόλου δεν αναρωτιέμαι πώς προέκυψαν οι ανάγκες και οι συνθήκες για τις μετέπειτα εξεγέρσεις κι επαναστάσεις. Κι αν ο Τολστόι δημιούργησε αυτό το μωσαϊκό αριστοκρατίας, ήταν γιατί αυτό γνώριζε πιο καλά, τουλάχιστον μέχρι την περίοδο συγγραφής. Έδωσε όμως μια ρεαλιστική εικόνα των χαρών της εκμετάλλευσης απέναντι στον λαό της αυτοκρατορίας. Κι όλα αυτά, γιατί πάλευε μέσα του με τους δαίμονές του. Πάλευε να βρει τον θεό, την ώρα που ο ίδιος είχε κάθε λόγο να μην τον πιστεύει. Στις μεγάλες στιγμές του, στη γνωριμία με τον θάνατο και τη νέα ζωή, αφέθηκε έρμαιο της θρησκευτικής του ανάγκης.

Πέρα από αυτά όμως, το σημαντικό είναι ότι αυτό που ήτανε τότε η αριστοκρατία, που έπινε κι έτρωγε εις βάρος του λαού, συμβαίνει και σήμερα, παρόλες τις αλλαγές που έχουν συμβεί ανά τα χρόνια στις κοινωνίες μας και τις δομές τους. Κι αν τώρα λέμε πως έχουμε Δημοκρατία, ουσιαστικά μια ξεφτισμένη αριστοκρατία έχουμε που κατάφερε να κρατήσει τα χαλινάρια των ανθρώπων που πατά εδώ και δεκαετίες. Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία στην Ελλάδα μας. Ποιος αντιπροσωπεύει ποιον, και τι διαδικασίες ακολουθεί αυτή η δημοκρατία; Στο δικό μας παράδειγμα, έχουμε έναν θρόνο βασιλικό που κερδίζει κάθε τέσσερα χρόνια ένας μακιαβελικός ηγέτης. Ένας ηγέτης που θα χρησιμοποιήσει κάθε φορά ό,τι μπορεί κι ό,τι του επιτρέπεται, πιέζοντας για κάτι παραπάνω, ώστε να πετύχει τον σκοπό του. Έχει και τους αυλικούς του, να του νομιμοποιούν την εξουσία, και να τους ρίχνει μπριζόλες να’χουν να τρων. Κι αν και δεν λειτουργεί εις βάρος του συνόλου της κοινωνίας, σίγουρα όμως υπηρετεί σκοπούς που έχουν να κάνουν με τα δικά του συμφέροντα πρωτίστως. Παρέα με τους πολιτικούς της συμφοράς πάνε και τα μεγάλα, μπαμπάτσικα, οικονομικά συμφέροντα, που στον κόσμο του Τολστόι δεν έπιαναν και πολλά, τουλάχιστον όχι όσα πιάνουν σήμερα.

Άρα, τι άλλαξε; Προς τι η κοινωνική πίεση από τα κάτω προς τα πάνω; Στην περίπτωσή μας, διώξαμε την κόκκινη οθωμανική μπότα, για να βάλουν μια γαλάζια κάποιοι άλλοι, που πάλι την πάρτι τους κοιτάνε. Απλά επειδή χρησιμοποίησαν καλύτερα αφηγήματα, βασιζόμενοι στην εθνική ταυτότητα, χτισμένη από την ορθόδοξη πίστη και τη γλώσσα, πέτυχαν να μας βάλουν στο μαντρί. Αλλά κοιτώντας γύρω μου, και διαβάζοντας το βιβλίο, δε βλέπω πολλές διαφορές. Άνθρωποι αμφιβόλου ποιότητας και ηθικής, έχουν τίτλους, εξουσίες, κύκλους και πόρτες ανοιχτές, που εμείς, ο λαουτζίκος, δύσκολα να κερδίσουμε. Μπορεί να μην είναι κραυγαλέα τόσο όσο στην τσαρική αυτοκρατορία τα πράγματα, μα τείνουν προς τα εκεί. Λίγες οικογένειες πολιτικές, λίγες οικογένειες στα οικονομικά συμφέροντα, κρατούν τη χαίτη του αλόγου που’ναι η κοινωνία και το κάνουν κουμάντο. Μια κατηγορούν τον έναν, μια τον άλλο, κι έχουμε κι εμείς λόγους να μαλώνουμε, για ζητήματα ανούσια, για χρώματα και κόμματα. Πάντα και παντού, διαίρει και βασίλευε. Πάντα και παντού, να νιώθεις φόβο και να μην ξέρεις από που σου έρχεται. Γιατί;

Στις υπόλοιπες κοινωνίες, της ευρωπαϊκής οικογένειας, τα πράγματα ίσως να’ναι πιο λειτουργικά. Οι εξουσίες δεν κάνουν μπαμ. Το κλέψιμο δεν ενοχλεί αν όλοι έχουν καλυμμένα τα βασικά. Τα σκάνδαλα σφυροκοπούνται καλύτερα από τα μέσα, το σύστημα δικαιοσύνης και την κοινωνία. Εμείς εδώ εν Ελλάδι, παλεύουμε για τα πλέον βασικά. Έχουμε πολλά κενά ακόμη, και, καθώς φαίνεται, ίσως οι μόνοι που μπορούν να στρώσουν τα πράγματα, να’ναι κι αυτοί που δε θα το ήθελαν. Περάσανε οι εποχές των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων, ή μπορεί και να’χουμε νηνεμία πριν την καταστροφή. Η Ιστορία θα δείξει. Το μόνο σίγουρο είναι ότι κουράστηκε ο άνθρωπος να πολεμά, αφού βλέπει ότι το ανθρώπινο κρύβει μέσα του το χάος. Παρακαλούμε για έναν θεσμό της προκοπής, μήπως και μας γλυτώσει από τα πρόσωπα. Αρχίσαμε να καταλαβαίνουμε φαίνεται πως δεν υπάρχει σωτηρία στα πρόσωπα. Εναποθέτουμε τις ελπίδες μας στο σύστημα που μας βλέπει σαν κιμά. Μα και τι να κάνουμε;

Και η αριστοκρατία αυτή, η κάλπικη, να πέσει, θα’ρθουν άλλοι αριστοκράτες, βαρβαρικοί επίσης, να μας πατήσουν με την μπότα τους. Κόκκινη, γαλάζια, πράσινη ή μαύρη. Έχει τόση σημασία; Ο λαός δεν απελευθερώνεται. Κι αν νιώθει μια μεγαλύτερη ελευθερία, είναι γιατί τόση ελευθερία είναι θετικό να τη νιώσει. Πραγματική, πνευματική ελευθερία, δεν πρόκειται η ανθρωπότητα να νιώσει. Μόνο κατά μόνας, μόνο σε επίπεδο ατόμων, θα καταφέρει ο άνθρωπος να ξεφύγει απ’όσα τον δεσμεύουν.

Δεν πιστεύω και πολύ στην ανθρωπότητα, όλο τα ίδια και τα ίδια λάθη μέχρι να την φάνε οι αλγόριθμοι και οι ιδέες. Είμαστε απλά η ύλη του πνεύματος που θα ξεπηδήσει από τον νου μας και θα αποκτήσει δική του, αυτόνομη ζωή. Ίσως κι αυτός να’ναι ο μόνος τρόπος να ξεφύγουμε από τα δεινά. Ίσως να’ναι η μόνη λύση, η όποια λύση.

Μα άνθρωπος σαν είμαι, καλός κακός, ατελής και τέλειος, οφείλω κι εγώ να σκουντήσω ένα πετραδάκι τόσο δα μικρό εμπρός μου, έστω κι ένα εκατοστό, έστω κι ένα χιλιοστό, πριν το τέρμα.

Η φύση είναι εκμεταλλευτική. Κι η κοινωνία ιεραρχική. Το μεγάλο ψάρι τρώει το μικρό. Και τα συστήματά μας διαποτισμένα είναι από τους νόμους της ζούγκλας. Μόνο εκλεπτυσμένο κάνουμε το παιχνίδι με τις δικαιοσύνες μας. Οι ιδεολογίες είναι ρούχα που φορούμε. Κανείς δεν πιστεύει πραγματικά σε αυτές, όλοι γυμνοί κατά βάθος, εκτός από κάτι παράξενους, τέτοιους που η κοινωνία βγάζει στο περιθώριο. Δε πα να λες εσύ, η κοινωνία θα σε καταπιεί ζεστό ζεστό κι αφράτο. Κόντρα σε όλους κι όλα, σαν τον αετό στον αέρα, το μοναχικό πνεύμα ανοίγει τις φτερούγες, για να διαπιστώσει πως αργά ή γρήγορα, κάτι, κάποιος, κάπου, θα του τις έχει ψαλιδίσει.

Μιλάμε για να μας ακούσει ποιος, αν όχι ο ίδιος μας ο εαυτός;

Κι αυτός ο εαυτός, ίσως να’ναι ο συλλογικός.

Μιλάμε κι ας μην ακούει κανείς, μιλάμε γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς.

Μιλάμε, όπως μιλάει ο Τολστόι στον εαυτό του και στον κόσμο, με ένα παράπονο και μια ματαιοδοξία.

Ίσως αυτές να’ναι οι δυο φτερούγες του πνεύματος εντός μας.

7 σκέψεις σχετικά με το “Άννα Καρένινα

  1. Αγαπητέ φίλε Θανάση,
    οι στοχασμοί σου πάνω στην «Άννα Καρένιν», που διάβασες απλώνονται και σε μια σειρά μείζονα ζητήματα ιδεολογίας και πολιτικής, ανοίγοντας δύο δρόμους συζήτησης.
    Στο φιλολογικό κομμάτι του τεράστιου και εμβληματικού έργου, έρχομαι να καταθέσω το θαυμασμό μου, που το διάβασες. Πολύ καλά έκανες! Λίγοι άνθρωποι, στις μέρες μας, έχουν τη διάθεση να πάνε σε τέτοια αναγνώσματα.
    Οι Ρώσοι έχουν πάθος στη λογοτεχνία! Και δη απύθμενο. Διαφορετικής έντασης και είδους από την κλασική Δύση αλλά έχουν. Και το φανερώνει ο τεράστιος Τσέχωφ στα έργα του, ο Ντοστογιέφσκι στα δικά του και τόσοι άλλοι.
    Χαίρομαι, φίλε μου για τις αναγνωστικές σου επιλογές.

    Προχωρώντας στο κομμάτι της πολιτικής σου ανάλυσης, να πω ότι η Ελλάδα δεν έζησε την περίοδο της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Αυτό, κοινωνικά και πνευματικά όπως επίσης και πολιτικά, έχει αφήσει ένα στρεβλό κενό στο πολιτικό σύστημα στον τόπο μας. Είναι τα παρακμιακά κατάλοιπα της ξεπεσμένης Φεουδαρχίας, που δεν έχουμε ποτέ αποβάλλει.
    Η πάλη των τάξεων, Θανάση μου, κινεί την ιστορία. Συνεπώς, οι ιδεολογίες είναι η φιλοσοφική της έκφραση. Χωρίς αυτές είναι ζωή χωρίς οξυγόνο. Μην ακούς τα «θέσφατα» περί τέλους ιδεολογιών και τα τοιαύτα. Αυτά είναι αντιεπιστημονικά άλλοθι εκείνων που φανατικά μάχονται μιας συγκεκριμένης ιδεολογίας.
    Μεγάλο το θέμα και η κουβέντα, φίλε μου.
    Εδώ είμαστε να μιλάμε. Στέλνω καλησπέρες.

    Αρέσει σε 1 άτομο

    1. Καλημέρα Γιάννη κι ευχαριστώ για το σχόλιο!

      Πλέον οι αναλυτές αναφέρονται στην εποχή μας χρησιμοποιώντας το σύνδεσμο meta. Metacapitalism, metatruth, metapolitics. Ίσως να’χουμε έναν μεταπολιτισμό στον οποίο συμβάλλουμε. Όλα αυτά που γνωρίσαμε ως τώρα, έχουνε αρχίσει να καταρρέουν, αφήνοντας χώρο σε κάτι νέο να αναδυθεί, το οποίο δεν έχει διαμορφωθεί καλά καλά ακόμη.

      Ύστερα από την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, έγινε φανερό ότι οι θεωρίες πτώχευσαν, παρά την ακεραιότητα και την εσωτερική τους πληρότητα. Η πραγματικότητα διαφέρει, και οι ιδεολογίες μπορούν να σταθούν μόνο ως οδηγοί. Μα αργά ή γρήγορα, όλα τα συστήματα τείνουν να εκφυλίζονται. Κι εκφυλίζονται γιατί βασίζονται στον άνθρωπο, μα μέσα στον άνθρωπο ενυπάρχει το λάθος, το μη αναμενόμενο, το χαοτικό.

      Ομάδες συμφερόντων που πολεμούν η μια την άλλη είναι όλα. Μια φανερώνονται ως πόλεμος γενεών, μια ως πάλη των τάξεων, μια ως μάχες αριστερών και δεξιών, προοδευτικών εναντίον συντηρητικών, δημοκρατικών απέναντι σε αυταρχικούς. Τα σχήματα δεν τελειώνουν, ακόμη και μέσα σε ένα ζευγάρι, ή σε μια φιλία, που επί της ουσίας είναι μια συμμαχία απέναντι στις δυσκολίες της ζωής, υπάρχουν τριβές και αντίρροπες δυνάμεις, μίσους κι αγάπης, νείκους και φιλότης. Ο Τολστόι προσέγγισε αυτή την κατάσταση στο Πόλεμος και Ειρήνη. Ουσιαστικά πάντα οι δυνάμεις χτυπιούνται μεταξύ τους. Λέμε ειρήνη τις ήρεμες περιόδους, μα όταν οι συγκρούσεις ξεφεύγουν, ο πόλεμος αναδύεται σαν εκ φύσεως, γιατί είναι φυσικός δυστυχώς.

      Οι ιδεολογίες δεν πεθαίνουν εννοείται, αλλά πιστεύω ότι το λογικό του ανθρώπου τις επικαλείται για να δομήσει με επιχειρήματα τη συναισθηματική θέση που’χει κι έτσι να διεκδικήσει την κυριαρχία του έναντι στον άλλο ή τους άλλους.

      Με συγχωρείς που επεκτάθηκα λίγο αλλά είναι κάτι που με τρώει κι εμένα.

      Να’χεις μια όμορφη εβδομάδα Γιάννη!

      Αρέσει σε 1 άτομο

      1. Η ερώτηση-διαπίστωση είναι απλή, Θανάση μου. Όλα αυτά που ζεις σήμερα, πες μου τι ακριβώς δεν έχει περιγραφεί και εξηγηθεί με συγκροτημένη λεπτομέρεια στις αναλύσεις του Μαρξ και του Λένιν; Τι ακριβώς δεν έχει ειπωθεί, αναλυτικότατα;
        Όλα αυτά τα «μετά» είναι λεκτικές μπαρούφες από «αναλυτές», όλοι τους οπαδοί του καπιταλισμού, που προσπαθούν με φληναφήματα να …εξηγήσουν τα ανεξήγητα.
        Καλησπέρα φίλε μου.
        Καλά κάνεις και επεκτείνεσαι, το χαίρομαι και εγώ.

        Αρέσει σε 1 άτομο

        1. Καλησπέρα Γιάννη.

          Δεν έχω μελετήσει Μαρξ και Λένιν. Ό,τι ξέρω για τον μαρξισμό-λενινισμό είναι από σχόλια κι από ερμηνείες άλλων. Έχω στο νου μου ότι την κριτική στον καπιταλισμό του Μαρξ, τη χρησιμοποίησαν από όλους τους πολιτικούς χώρους. Στις λύσεις που πρότεινε και προέτρεψε στάθηκαν. Δεν γνωρίζω αν είναι μπαρούφες από αναλυτές χαμηλότερης ποιότητας. Δεν είμαι τόσο μέσα στα πράγματα αυτά. Αλλά μου ακούγονται ενδιαφέροντα σχήματα ανάλυσης.

          Το ζήτημα είναι ότι όλες αυτές οι θεωρίες, στην πράξη αποτύχανε, κι αυτό θεωρώ πως έγινε γιατί στηρίζονται σε υποθέσεις μη ρεαλιστικές. Ουσιαστικά παραβιάζουν τη φύση του ανθρώπου, του πιέζουν το είναι του, κι αυτός αντιδρά. Όλα τα συστήματα εκφυλίζονται δυστυχώς, αυτό πιστεύω.

          Πώς άραγε μπορούμε να κάνουμε καλύτερες τις ζωές μας, με περισσότερη ελευθερία, ανεξαρτησία, δύναμη μα και δικαιοσύνη για όλους κι όλες;

          Αυτή η σκέψη με συντροφεύει και μέχρι τώρα δε βρήκα θεωρία που να με έπεισε.

          Αλλά ο άνθρωπος είναι γεννήτορας μεγάλος ιδεών και συστημάτων που τείνουν να καλυτερεύουν. Μοιάζει να υπάρχει μια ιστορική πορεία προς κάτι, κι αυτό το κάτι είναι που αναζητούμε. Θα’ναι ένα τελικό σκαλοπάτι; Δύσκολο να το πούμε, αλλά ένα σκαλοπάτι για κάτι ακόμη ανώτερο θα’ναι.

          Τα σέβη μου και στον Μαρξ και τον Ένγκελς, για τον Λένιν δεν είμαι πολύ σίγουρος.

          Ευχαριστώ πολύ για το σχόλιο!

          Αρέσει σε 1 άτομο

  2. Βλέποντας τον τίτλο του άρθρου σου, με δυσπιστία θέλησα να διαβάσω για την ‘’Καρένινα” που γνωρίζω (όπως φαντάστηκα) όμως πιστεύω πως διαβάζοντας ακόμα και κάτι που δεν μου αρέσει, πάντα κάτι αξιόλογο θα συναντήσω. Έτσι βρέθηκα μέσα σε ένα θησαυρό διαπιστώσεων πολλών μορφών που μου έδωσαν το ερέθισμα να προσπαθήσω να τις επικεντρώσω σε ένα στόχο σχολιάζοντας όσο μπορώ λιγότερες.
    -Κι αυτός ο εαυτός, ίσως να’ναι ο συλλογικός. Βάζεις το “ίσως” γιατί δεν είσαι τραπεζίτης, γιατί αν ήσουν θα ήσουν και μέλος τις Ένωσεις Τραπεζών, αν ήσουν πετρελαιοπαραγωγός χώρα, θα ήσουν μέλος του ΟΠΕΚ, αν ήσουν μεγάλο κράτος θα ήσουν στους G7 και G20 και τόσες άλλες Ενώσεις ακόμα και οι αγέλες των ζώων λειτουργούν συλλογικά απέναντι στον κοινό κίνδυνο, άρα είναι αναγκαία η guchellas
    -Μιλάμε κι ας μην ακούει κανείς, μιλάμε γιατί δεν μπορούμε να κάνουμε αλλιώς. Και πρέπει να μιλάμε, έχουμε χρέος όσοι είμαστε από την πλευρά του καλού γιατί το καλό απαιτεί πολύ αγώνα για ενημέρωση και διαφωτισμό των ψηφοφόρων που αρκούνται στο κόκαλο του ψήφου και στα ψίχουλα που μας προσφέρουν προς εξαπάτηση οι κυβερνήσεις παγκόσμια ενώ έχουν επιτρέψει ληστρικές κερδοσκοπίες στο πολλαπλάσιο. Άρα guchellas για ενημέρωση και δύναμη = GUC
    -Μόνο κατά μόνας, θα καταφέρει ο άνθρωπος να ξεφύγει απ’ όσα τον δεσμεύουν. Ατομικά σε πνευματικό επίπεδο ναι, ρεαλιστικά κοινωνικά ούτε μεμονωμένα άτομα ούτε τα κράτη μόνα τους έχουν ελπίδα. Τελευταίο παράδειγμα που είχα προείπει την αποτυχία ήταν της Γαλλικής κοινωνίας, άρα μόνο με GUC μπορεί να υπάρξει -κοινωνική πίεση από τα κάτω προς τα πάνω.

    -Περάσανε οι εποχές των εξεγέρσεων και των επαναστάσεων, Ναι πέρασαν και ένα παράδειγμα που πρέπει να διδαχθούμε από την πρώτη σύγχρονη επιτυχημένη επανάσταση ενός λαού για την ανάκτηση της ταυτότητάς του και τη δημιουργία κρατικής οντότητας μετά από 400 χρόνια σκοτεινής και απολίτιστης κατοχής, έγινε από τους ίδιους τους απλούς πολίτες ξεκινώντας με την ίδρυση μιας “φιλικής εταιρείας”, άρα σήμερα π.χ. guchellas

    -Μα και τι να κάνουμε; Πρώτα απ όλα να καταλάβουμε ότι στον σημερινό παγκόσμιο καπιταλιστικό κόσμο και με τις συνέπειες που έχουν αρχίσει να γίνονται κραυγαλέες στο πλανήτη (αφού έχει χαθεί το μέτρο στο κυνήγι του αχαλίνωτου κέρδους) είναι άμεση ανάγκη για ενημέρωση σε παγκόσμιο επίπεδο και με μέσο πίεσης τον καταναλωτισμό να αμυνθούμε και να επιβάλουμε τα κατώτατα όρια που πρέπει να υπάρχουν για την απρόσκοπτη λειτουργία της παγκόσμιας κοινωνίας σεβόμενοι όλοι ΌΛΟΥΣ, από τον μεγαλύτερο κεφαλαιοκράτη μέχρι τον τελευταίο αγρότη που πλήττεται από τη ξηρασία από τη μια και από τις πλημμύρες από την άλλη. Όλοι επιτελούν τον απαραίτητο ρόλο τους, άρα….

    -Μα άνθρωπος σαν είμαι, καλός κακός, ατελής και τέλειος, οφείλω κι εγώ να σκουντήσω ένα πετραδάκι τόσο δα μικρό εμπρός μου, έστω κι ένα εκατοστό, έστω κι ένα χιλιοστό, πριν το τέρμα. Άστο εσύ μην αγωνιάς, σκουντάς ογκόλιθους αρχαίου Ελληνικού τοίχους με τις φωτισμένες σκέψεις, τον ορθό σου λόγο, και τη συμμετοχή σου στη guchellas
    Ας ελπίσουμε όσοι τυχόν μας διαβάσουν να καταλάβουν τα αυτονόητα !!!

    Αρέσει σε 2 άτομα

    1. Ευχαριστώ για το σχόλιο Πεφτάστερε!

      Οι άνθρωποι όντως θα πρέπει να αυτοοργανώνονται και να αμύνονται απέναντι στις άμεσες ή έμμεσες επιθέσεις που δέχονται. Κανείς δεν μπορεί να υπάρξει μονάχος του. Ίσως σε πνευματικό επίπεδο μόνο. Αλλά σε κοινωνικό παίρνει ο καθένας και η καθεμιά τη θέση που τους αναλογεί, βάσει πεποιθήσεων και κοινωνικής θέσης.

      Η GUC που οραματίστηκες είναι μια ένωση που εμπνέεται από πανανθρώπινα ιδεώδη και στο επίκεντρό της θέτει τον άνθρωπο δίχως διακρίσεις. Τέτοιου είδους οράματα χρειαζόμαστε. Ο εχθρός του ανθρώπου κρύβεται πίσω από τα μάτια στον καθρέφτη, μα κι ο καλύτερός του φίλος επίσης. Πρέπει να βρούμε τρόπους να ζούμε καλύτερα όλοι με όλους, με σεβασμό στη ζωή. Και για να το πετύχουμε, το αρχικό βήμα είναι να οραματιστούμε.

      Να’χεις μια όμορφη εβδομάδα!

      Αρέσει σε 1 άτομο

Αφήστε απάντηση στον/στην Θανάσης Τσακαλίδης Ακύρωση απάντησης