Φωνή απαγγέλουσα, ετοιμάζεται πάλι να σφυρίξει στον κόσμο με ζέση.
Ετοιμάζεται πάλι να κάτι να πει, κάτι να γκρεμίσει και κάτι να χτίσει.
Την κάλπικη γη ακούω ήδη να σείεται.
Ερχόμενος στην Ολλανδία προσπάθησα να έχω άδεια πνευμόνια, προσπάθησα να τα γεμίσω με τον αέρα του τόπου αυτού. Και τα κατάφερα, τον συνάντησα, τον αφουγκράστηκα, τον άκουσα, τον είδα. Τον έβαλα μέσα μου και τον άφησα να με ταρακουνήσει για τα καλά με σκοπό να μ’αλλάξει. Και τί έγινε; Τί έγινα; Είναι νωρίς ακόμα για να ξέρω.
Κατεβαίνοντας από το βουνό μου, αφέθηκα να σμίξω πάλι με τους ανθρώπους. Πατώντας ένα κουμπί, έγινα περισσότερο διονυσιακός κι άφησα να ατροφήσει λίγο η απολλώνια πλευρά μου. Έγινα ευχάριστος στις παρέες, έχτισα σχέσεις, γέλασα και φλέρταρα. Κολύμπησα ως τώρα στα όμορφα και θελκτικά νερά της κοινωνικοποίησης, γεννημένος σαν είμαι γι’αυτή, θυμήθηκα πώς ένιωθα όταν στο παρελθόν ήμουν λίγο πιο ζωντανός. Το ένα έφερε το άλλο και βρέθηκα να χορεύω μετά από χρόνια, να πίνω, έστω και λίγο, μετά από μπόλικο καιρό.
Στους συμπαντικούς ρυθμούς καθώς λικνιζόμουν, συνάντησα μια άλλη ψυχή με παρόμοια γεύση και στάση. Συγγενική τρέλα κι αφέλεια. Πριν σκεφτεί το μυαλό, τα σώματα είχαν ήδη γνωριστεί. Πριν δω το μέλλον, χάρηκα το χάδι και πάλι.
Μην τα πολυλογώ, είμαι ήδη στην τρίτη σχέση της ζωής μου, και την μούσα μου την λένε Έμπνευση, έτσι μεταφράζεται το όνομά της. Η διαίσθησή μου λέει ότι θα μπορέσει η κοπέλα αυτή να με εμπνεύσει, έστω και λίγο. Προς το παρόν μου φέρνει cookies και space cakes. Για να δούμε.
Πήραμε το λεωφορείο και ταξιδέψαμε για Παρίσι. Δεν περίμενα να το βρω τόσο όμορφο, ίσως είναι η εποχή. Περπατήσαμε σε δρόμους που περπάτησαν πολλοί σημαντικοί, κι ο πιο αγαπημένος μου απ’όλους, ο Καμύ. Επισκεφθήκαμε το βιβλιοπωλείο Shakespeare & Company, απέναντι από την καμένη Παναγία των Παρισίων. Αγόρασα συμβολικά βιβλία, Σαίξπηρ, Ρεμπώ, Καμύ και δεν κρατήθηκα να μην πάρω το The will to change, της bell hooks, βιβλίο που αναφέρεται στον υγιή φεμινισμό και πώς αυτός μπορεί να επιδράσει θετικά στον άνδρα και τη συμπεριφορά του. Επισκεφθήκαμε και το μουσείο του Auguste Rodin μετά την προτροπή ενός φίλου. Συνάντησα εκεί τον πραγματικό Στοχαστή που κοσμεί το σπίτι μου, εδώ στο μπλογκ. Ένιωσα τόσο οικεία που παραξενεύθηκα. Οι λίγες μας ώρες στο Παρίσι πέρασαν σαν αστραπή. Πίσω στην πραγματικότητα.
Δεν ήθελα να γράψω γι’αυτά όμως, αυτά είναι μόνο η εισαγωγή. Ο στόχος του κειμένου αυτού είναι να με βυθίσει στον κόσμο των ψευδαισθήσεών μου, στις αγαπημένες μου πλάνες. Γιατί το χαζό μυαλό μου να’ναι τόσο ψαρένιο; Γιατί να ονειροπολώ στις κρίσιμες περιόδους και να δημιουργώ μέσα μου εικόνες και συναισθήματα που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα; Γιατί να’μαι τόσο αφελής, αδύναμος, κι άρα επικίνδυνος για τον ίδιο μου τον εαυτό;
Όλη αυτή η εμπειρία, της μετακίνησης στο εξωτερικό για σπουδές, σε μια χώρα που’χα σαν πρότυπο στο νου μου, δίχως να την έχω επισκεφθεί ποτέ, αφήνει πλέον μια χαρούμενη γεύση απογοήτευσης. Όλα όσα ήθελα να βρω εδώ όχι μόνο δε τα βρήκα αλλά βρήκα άλλα, σχεδόν εμφατικά αντίθετα με όσα πίστευα πως θα συναντήσω. Το χαρούμενο της υπόθεσης είναι ότι μέσα στην παράνοια συγκρατώ όσο μπορώ τον μυαλό μου και χαίρομαι την ζωή μου σαν να μην υπάρχει αύριο. Ίσως να’ναι μια παρατεταμένη αντίδραση στις απανωτές καραντίνες όλο αυτό. Ίσως να’ναι μια γροθιά στους πρότερους εαυτούς μου.
Είχα την εικόνα για τους ανθρώπους εδώ πως είναι πιο φιλοσοφημένοι, πιο ισορροπημένοι, πιο ανεπτυγμένοι σε σχέση με όλους τους λαούς που είχα έρθει σε επαφή ως τώρα. Δεν ξέρω πώς διάολο προέκυψε αυτή η εικόνα. Αλλά γνωρίζω πλέον καλά ότι δεν ισχύει αυτό. Κι αυτή η διαπίστωση, είναι άλλο ένα χαστούκι από εμένα σε εμένα. Έχω κουραστεί πια να μου δίνω χαστούκια. Ό,τι πίστευα και πιστεύω για τον κόσμο, ότι αίσθηση έχω, μονίμως πέφτει έξω, κι εγώ νιώθω να κάνω παρά πέντε χωρίς τον κατάλληλο εξοπλισμό. Κι όμως, παρόλα τα λάθη, βρίσκομαι πάντα στις ράγες και προχωρώ. Ακόμη κι αν δεν είμαι επιβάτης κάποιου τρένου, εγώ παρόλα αυτά ακολουθώ τις γραμμές που έφτιαξαν οι άνθρωποι. Ίσως να μη μένω και τόσο πίσω εν τέλει.
Όπως και να’χει, είναι σχεδόν ηλίθιο αυτό που μου συμβαίνει. Τη μια με χτυπά η ισλαμοφοβία, μετά γνωρίζω τον μουσουλμανικό κόσμο, του μιλώ, του πιάνω το χέρι, τον χαϊδεύω και τον κοιμίζω στο κρεβάτι μου. Την άλλη με τρώει που δεν είναι elves οι Ολλανδοί, λες κι έπρεπε να’ταν, κι απογοητεύομαι γιατί δεν βρήκα την Γη της Επαγγελίας που έψαχνα. Προσπαθώ να περάσω το κομμάτι της άρνησης και της εκμηδένισης αυτού που πριν είχα ψηλά στο μυαλό μου. Έμαθα ως τώρα ότι δεν υπάρχει ανώτερος πολιτισμικά λαός αλλά μόνο διαφορετικές πτυχές ενός πολυσυμμετοχικού, πανανθρώπινου πολιτισμού, του πολιτισμού της ανθρωπότητας. Κι αν και διαφορετικοί λαοί, παραμένουμε πάντοτε ίσοι απέναντι στην αξία της ζωής. Αυτό το τελευταίο ισχύει ακόμα κι αν το ξεχνούν όσοι κρατούν τα τιμόνια των πλοίων μας.
Αυτό που με τρομάζει όμως στην νέα ζωή είναι η διαπίστωση μιας αίσθησης που’χα από πριν. Γιατί στην τελική δεν μπορούμε να πέφτουμε για όλα έξω. Απορώ γιατί ζουν έτσι οι άνθρωποι εδώ, και φαντάζομαι σε κάθε ανεπτυγμένη οικονομικά χώρα του πλανήτη. Γιατί αυτή η βιασύνη, αυτή η ανούσια πίεση, γιατί αυτό το τρέξιμο στον τροχό λες κι είμαστε χάμστερς; Δεν είμαστε χάμστερς, είμαστε άνθρωποι. Έχω μπει κι εγώ στο λούκι πάντα κάτι να κυνηγώ, λες κι αυτό έχει στην τελική κάποια σημασία. Καταφέρνω έτσι να στρεσάρομαι, να υπομένω, να κάνω ότι δουλεύω, να προσποιούμαι πως όλα είναι υπό έλεγχο. Μα δεν καταλαβαίνω γρι. Να σηκωθείς με ξυπνητήρι, να κάνεις λίγη γιόγκα μετά την πρωινή τουαλέτα, να φας στα γρήγορα βρώμη με σογιόγαλο, να πάρεις το ποδήλατο, με μια τσάντα φουσκωμένη από το αδιάβροχο και να βγεις να ποδηλατήσεις σαν να μην υπάρχει αύριο. Έλα όμως που δεν υπάρχει καν το σήμερα. Αργείς στη σχολή, είσαι σαν εξωγήινος. Περνά η ώρα, οι σχέσεις είναι κάλπικες. Σπίτι πάλι, μαγείρεμα, φαγητό και σειρά. Διάβασμα ή έστω προσπάθεια γι’αυτό. Απογευματινό. Εργασία τώρα και μετά γυμναστική αν οι υποχρεώσεις και το σώμα το επιτρέπουν. Βραδινό και σειρά. Μηνύματα και χαζοδιάβασμα. Αναλώνω τις ώρες μου στο να με πείσω να διαβάσω, και το μόνο που κάνω είναι να καθαρίζω τον χώρο μου για να’μαι τουλάχιστον παραγωγικός την ώρα που κάνω procrastination. Φιλιά κι έρωτας πότε εδώ και πότε εκεί κι ένας αργός ύπνος που μου κλείνει τα μάτια πριν τον σκεφτώ. Εκεί που κοιμόμουν 8 ώρες όλα αυτά τα χρόνια, τώρα κοιμάμαι με το ζόρι 6. Τις βλέπω τις άσπρες τρίχες να πολλαπλασιάζονται. Το μπιφτεκάκι μου μεγαλώνει και δεν τολμώ να το τσεκάρω. Περνούν έτσι αλόγιστα οι μέρες, πέντε από αυτές αφιερωμένες στη σχολή, δυο στη δουλειά κι ο ελάχιστος χρόνος που’χω για να σκεφτώ και να κάνω reflect είναι την ώρα που ποδηλατώ.
Κι όπως εγώ, που ακόμα συγκρατούμαι, έτσι κι οι άλλοι. Τί γίνεται όμως με όσους δεν έμαθαν διαφορετικούς ρυθμούς ζωής από αυτούς; Τί γίνεται με όσους μεγάλωσαν στο στρες και δεν ξέρουν ούτε καν ότι κολυμπούν μέσα του; Τώρα καταλαβαίνω καλύτερα γιατί ο κόσμος έχει τόσο μεγάλη ανάγκη να βγει και διασκεδάσει, να πιει τα ποτάκια του, να ψάξει την εύκολη λύση για την ντόπα του. Γιατί να σκεφτεί; Το να σκεφτεί θα του προκαλέσει πόνο στο μαϊμουδίστικό μυαλό του, και στην εποχή του κυνηγιού της ευτυχίας, ο πόνος είναι ένας δαίμονας που πρέπει να αποφεύγουμε. Κι όμως, νιώθω ότι πονούμε περισσότερο κι άσκοπα επειδή αποφεύγουμε να πονέσουμε λίγο βαθύτερα, στοχευμένα και με λόγο. Τους βλέπω να πίνουν σαν να μην υπάρχει ούτε το χθες, να μαστουρώνουν στα διαλείμματα της ζωής τους, να φλερτάρουν για την έξαψη της στιγμής, κι όλα αυτά γιατί το πρόγραμμά τους δεν έχει ούτε ένα λεπτό για περισυλλογή. Καθόλου χρόνος για αναστοχασμό, για άδειασμα του βόθρου μέσα μας, για γέμισμα με κάτι όμορφο. Το πανεπιστήμιο έχει πλάκα, μας κάνει πλάκα, σπάει πλάκα μαζί μας. Μας φορτώνει σαν να’μαστε γαϊδούρια της Σαντορίνης και μας εκπαιδεύει μόνο στην πνευματική σκλαβιά και ποστάρει κάθε τόσο παπαρδούλες για το well-being των φοιτητών. Ποιο well-being mister; Κοιτώ τη συμπόνια στα μάτια όλων όσων λέω ότι δουλεύω και σπουδάζω παράλληλα και νιώθω τις σκέψεις μερικών από αυτούς, τις νιώθω όταν να με κοιτούν με μια απορία που λέει πώς θα τα καταφέρει αυτός ο τύπος; Δε διαβάζει καν. Το πανεπιστήμιο δεν είναι για χαοτικούς σαν κι αυτόν. Κι όμως, είμαι εδώ, και δηλώνω παρών όσο κι αν βαρούν τα σίδερα του τροχού που μπήκα οικειοθελώς.
Κι αυτό, ήρθε κι έρχεται και στην Ελλάδα. Στο κυνήγι της ευτυχίας, στην επιδίωξη του πλούτου και της δύναμης θυσιάζεται κάθε πραγματική δυνατότητα για γαλήνη. Γιατί να θέλω καλύτερα ρούχα, κινητό, ποδήλατο ή αμάξι; Γιατί να αναπτύσσεται η ζωή μου με όρους βιοτικού επιπέδου κι όχι συνειδησιακού; Ποιος είμαι εγώ που μπορώ να κάνω τέτοιες ερωτήσεις…
Τα συστήματα που φτιάχνουμε πρέπει να τα’χουμε για να μας δείχνουν το δρόμο, όχι για να μας βάζουν σε καλούπια, να μας απανθρωποποιούν. Πώς λέγεται ο άνθρωπος που δεν πάει κόντρα στο σύστημα ποτέ παρά την παραδοχή του ότι καμιά φορά τα πράγματα θα’ταν καλύτερα αλλιώς; Πώς λέγεται αν όχι ρομπότ; Το στοίχημα πλέον είναι να μη χάσεις την ανθρωπιά σου μέσα σε αυτό το τέρας που δημιουργήσαμε και ζούμε. Και λίγοι το κερδίζουν καθημερινά, ελάχιστοι.
Ίσως πάλι να’χω πλάνες, όπως αυτή ότι η Ολλανδία είναι η Γη της Επαγγελίας. Δεν υπάρχει Γη της Επαγγελίας όμως, όπως κι εμείς δεν είμαστε μόνο θεϊκοί ή διαβολικοί. Δεν είμαστε ούτε απόλυτα απολλώνιοι ή διονυσιακοί. Είμαστε ένα μιξ με διαφορετικές αποχρώσεις, ανάλογα τον τοίχο που κάθε φορά εξετάζουμε. Ο δικός μου τοίχος γράφει πως είμαι ένα συναίσθημα πασπαλισμένο με λογική κι ότι παίζω με λέξεις και με νοήματα μόνο και μόνο για να αφήνω τον τρελό μου εαυτό στην τρέλα του.
Οι Ολλανδοί όχι μόνο δεν είναι φιλοσοφημένοι, τουλάχιστον με την έννοια που εγώ δίνω στη λέξη αυτή, αλλά είναι πρακτικοί, λίγο υποκριτές, όπως όλοι άλλωστε, καλοί στα λόγια και στο μάρκετινγκ με ήπια ποιότητα χαρακτήρων. Στην ουσία, η κύρια διαφορά είναι ότι ο Βορράς σε σχέση με τον ευρωπαϊκό Νότο, έχει λεφτάκια. Δεν τίθεται θέμα πιο εκλεπτυσμένου κι ανεπτυγμένου πολιτισμού. Είμαστε απλά διαφορετικοί. Το σύστημα που οργάνωσε το κράτος είναι πιο ισχυρό, αλλά σίγουρα μακριά από την τελειότητα. Κι όμως, παρόλα αυτά, η Ολλανδία μάλλον παραμένει το καλύτερο, κατ’εμέ, χωράφι της Ευρώπης, απλά είναι μακριά, πολύ μακριά από το να χαρακτηρίζεται Γη της Επαγγελίας. Παράδεισος και Κόλαση είναι δυο ακρότατα κι εμείς είμαστε ανάμεσά τους ανάλογα με τις συναισθηματικές μας διαθέσεις. Ο νους αγαπά να απλοποιεί, να κατηγοριοποιεί, να σχηματίζει εικόνες και να μειώνει την πολυπλοκότητα, αλλά θυσιάζει έτσι σημαντικό μέρος της αίσθησης της πραγματικότητας και των δυσκολιών της. Είμαι μάλλον θύμα του νου μου, άλλη μια φορά, όπως πάντα άλλωστε.
Μάλλον το μόνο που χρειάζεται ο άνθρωπος στη ζωή του να’ναι ένα λυχνάρι, ένα λυχνάρι που θα του δείχνει τους ιστούς που ο ίδιος δημιουργεί, ιστούς που τον παγιδεύουν.
Η αυτοκαταστροφικότητα είναι εγγενής δύναμη, τη γνωρίζουμε όλοι από πρώτο χέρι, ίσως γι’αυτό να’ναι και τόσο γοητευτική όταν τη συναντούμε στους άλλους.
Είναι η ανθρώπινη εντροπία. Ο άνθρωπος είναι ένας στρόβιλος που προσπαθεί να βάλει τα πράγματα για λίγο σε τάξη. Ό,τι ακουμπά μπαίνει σε νέα τροχιά, χαοτική μα με λόγο κι όχι απλά τυχαιότητα, κι όλα αυτά μέχρι να σβήσει και χαθεί και πάλι.
Σήμερα η μούσα μου δεν κοιμάται εδώ μα με συντροφεύει πάντα.
Καλημέρα, Θανάση.
Πολύ καλό και το σημερινό σου πονημα!
Στο Άμστερνταμ πήγα μόνο μια φορά το 1993 για δικαστική υπόθεση. Η διαδικασία ήταν άψογη, να μην μπω σε λεπτομέρειες. Ίσως ο δικαστής φέρθηκε έτσι διότι είχε δικαζε διαφορά Ελλήνων κατά Ολλανδών εμπόρων, που όπως μου είπε ο δικηγόρος της δικής μας πλευράς, οι έμποροι δεν θεωρούνται αξιόπιστοι, όπως και εδώ άλλωστε.
Για την ιστορία αναφέρω ότι το δικαστήριο έγινε στην πόλη Χερτοτεμπος, που οι Ολλανδοί το λένε σκέτο Τεμπός, Είναι νότια της Ουτρέχτης περί τα 40 χιλιόμετρα, αν θυμάμαι καλά,. Μέναμε στο Άμστερνταμ στο ξενοδοχείο Κράσναγια Πόλσκα (Όμορφη Πολωνία). Το ταξίδι εκείνο μου έχει μείνει αξέχαστο.
Βέβαια εσύ φιλοσοφεις κι εγώ γράφω αναμνήσεις!
Ερχόμενος στα δικά σου, θα ήταν πολύ ενδιαφέρον αν μπορούσες να διαπιστώσεις πώς είναι οι σχέσεις μεταξύ των Ολλανδών, πώς είναι οι φιλίες τους, πώς είναι οι ενδοοικονενειακες σχέσεις κλπ. Βέβαια καταλαβαίνω ότι είναι δύσκολο, Αυτά που ζητώ βέβαια ανάγονται στην κοινωνική ανθρωπολογία, αλλά ένας οξυδερκής παρατηρητής, όπως εσύ, όλα τα μπορεί!
Αρκετά σε κούρασα, Είναι Κυριακή και πρέπει να αφιερώσεις λίγο χρόνο για τον εαυτό σου.
Όλα θα πάνε καλά!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Είναι νωρίς ακόμα κ.Γιώργο, έχω να δω και να μάθω πολλά ακόμα! Προσπαθώ να παραμένω ανοιχτός και καλοπροαίρετος αν και δυσκολεύομαι, δεν το κρύβω. Ευχαριστώ για το σχόλιο και καλή σου μέρα!
Μου αρέσει!Μου αρέσει!
Καλησπέρα Θανάση, χαίρομαι που σε διαβάζω ξανά, φίλε μου. Στα κείμενά σου δίνω πάντα το δέοντα σεβασμό καθώς δεν είναι ένα άθροισμα σειρών, που μπορείς εύκολα να προσπεράσεις. Θα ήθελα, στο έχω ξαναπεί, να είναι λίγο πιο σύντομα, για να μπορεί να αφομοιωθούν και καλύτερα, όμως αυτό δεν αναιρεί την αξία τους.
Ολλανδία ε; Δεν έχω ταξιδέψει φίλε μου στο εξωτερικό. Μόνο ένα ταξίδι εργασίας 4 ημερών στο Μιλάνο πίσω στα 1988 περίπου. Συνεπώς δεν έχω εμπειρίες μήτε εικόνες.
Από τα λεγόμενά σου, κράτησα τις μαγικές στιγμές της βόλτας σου στο Παρίσι και δη στα βιβλιοπωλεία που ανέφερες.
Θέλω να προσέξεις τον εαυτό σου, αγαπητέ φίλε. Να τού δώσεις χρόνο, χαρά, εμπειρία, στιγμές, ενασχολήσεις.
Καλή βδομάδα φίλε μου.
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Χαίρομαι κι εγώ που με διαβάζεις Γιάννη! Δυστυχώς δεν μπορώ να γράφω μικρότερα κείμενα, μόνο κατά περιπτώσεις. Βασικά αυτό που θέλω στο γράψιμο είναι να είμαι ελεύθερος, όσο γίνεται, χωρίς μέτρα και σταθμά. Υπ’αυτή την έννοια είμαι τελείως αντιλογοτεχνικός κι αντισυγγραφικός μα ίσως αυτό να’ναι που με ξεχωρίζει.
Θα ακολουθήσω την προτροπή σου όσο μπορώ, είναι δύσκολο να προσέχει κανείς τον εαυτό του όταν τρέχει ολημερίς, αλλά δεν είναι κι ακατόρθωτο.
Ευχαριστώ για το σχόλιο και καλή σου εβδομάδα!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Δεν είσαι καθόλου «αντισυγγραφικός» ή «αντιλογοτεχνικός», Θανάση! Όχι, δεν παίζει κάτι τέτοιο. Η σκέψη μου για περιεκτικότερη γραφή δεν έχει να κάνει με τυχόν πνευματικό ή νοητικό «ευνουχισμό» σου αλλά λόγους λειτουργικούς και μόνο.
Κάθε σου σκέψη είναι σημαντική για τον αναγνώστη σου, εγώ έτσι το νιώθω και προτρέπει σε κουβέντα.
Και πάλι επιμένω να προσέχεις, όσο γίνεται εσένα.
Χαίρομαι που υπάρχει αυτός ο δίαυλος επικοινωνίας μαζί σου. Καλή βδομάδα.
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Μην ανησυχείς Γιάννη, δεν το παίρνω προσωπικά, απλά θέλησα να πω πώς εγώ βλέπω το γράψιμο. Ο καθένας γράφει όπως νιώθει, ανάλογα με τις επιδιώξεις του. Αυτό που μου αρέσει περισσότερο είναι ότι υπάρχει μια ελευθερία στο γράψιμο που’ναι σπάνια να την έχει ο άνθρωπος αλλού.
Κι εγώ χαίρομαι και για την επικοινωνία μας αλλά και για το ότι νοιάζεσαι για μένα, σημαίνει πολλά ένας άνθρωπος που δε σε έχει γνωρίσει να σε έχει στο νου του. Καλό υπόλοιπο εβδομάδας!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Να έχεις την καλή μου σκέψη φίλε Θανάση.
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
«Γιατί να ονειροπολώ στις κρίσιμες περιόδους και να δημιουργώ μέσα μου εικόνες και συναισθήματα που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα;» Γιατί αυτή είναι η δύναμη σου για δράση, όταν κάτι σε βαλτώνει. Με την εμπειρία θα μάθεις να διαβάζεις τα συναισθήματα (ανθρωπιά) σου σωστά και θα δεις πως ανταποκρίνονται τέλεια με αυτό που ορίζεις εσύ ως πραγματικότητα και όχι ότι σου πασάρουν («ποιοί» Θα με ρωτήσεις και σωστή ερώτηση. Η μόδα, θα σου πω με μια λέξη και το αφήνουμε για άλλη φάση).
Ξεκαρδίζομαι κρυφά στα γέλια με όσους σε κοιτάζουν και πιστεύουν πως το πανεπιστήμιο δεν είναι για χαοτικούς σαν και σένα …. Είσαι εσύ και μόνο εσύ που μπορείς να ορίσεις κάτι ως δύσκολο ή εύκολο, γιατί γνωρίζεις το μέτρο μέτρησης, δηλαδή, το «επίπονο», το έχεις δουλέψει από μικρό παιδί αυτό το μέτρο. Δεν υπάρχει περίπτωση να χάσεις την ανθρωπιά σου, είναι μια μάχη που κέρδισες από πολύ μικρός, άντεξες και κέρδισες.
Η φυλακή σου είναι η ευστροφία σου, το πασπαρτού είναι να παραμείνεις καλοπροαίρετος :)))) Τώρα που έχεις και την Έμπνευση έως και θεωρώ πως η εργασία μου εδώ ως θεά τελείωσε. Ε ναι, εγώ στην έστειλα χαχαχκαξδλκφξαλδκξφαοςιεξφαλδκξφ Αν ανατρέξεις στα πρώτα μου σχόλια θα δεις στις απαντήσεις σου τη φράση «Μακάρι να…» ε στην έστειλα 🙂 Θεά σου λέω, θεά είμαι!!! Απλά λίγοι με πιστεύουν χαχαχαχλακδξφάλδξφκξ
Αχ Παρίσι… τι καλά! Πολύ χάρηκα με αυτή την εκδρομή :
«Γεια σας παιδιά, ξέχασα να σας πω, δουλεύω, σπουδάζω, είμαι σε σχέση, και πάω και εκδρομές. Εσείς τι νέα; Βλέπω την απορία στα μάτια σας. Θέλετε να σας δείξω τον τρόπο; Βασικά εύκολο είναι, λιώνετε στον πόνο, πηγαίνοντας αργά και με σταθερό βηματισμό ενώ στο παράλληλο σύμπαν κάνετε έναν αγώνα τρεξίματος ονειροπόλου, προσπαθώντας να πατήσετε στη Γη.»
Σε φιλώ Θανάση
η θεά 🙂
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Το καλύτερο σχόλιό σου εδώ στο μπλογκ Μάνια μου!
Δεν ξέρω αν είναι έτσι τα πράγματα, ή αν θα ήθελα εγώ να’ναι έτσι. Αλλά σίγουρα με βοήθησαν τα λόγια σου ως τώρα που’ταν σαν χαϊδέματα για μένα, κάτι που το’χα ανάγκη. Κι ακόμη κι αν δεν την έστειλες εσύ, με βοήθησες να δω λίγο καθαρότερα τον εαυτό μου και τα πράγματα, κι άρα με ώθησες στο να τη βρω, κάτι το οποίο είναι πάνω κάτω το ίδιο.
Σε ευχαριστώ που είσαι φίλη μου και με βοηθάς να μεγαλώσω δείχνοντάς μου την αξία μου, ακόμη κι αν τη μεγεθύνεις λίγο… 🙂
Χαιρετισμούς από εμένα και την Έμπνευση από την όμορφη Ουτρέχτη!
Μου αρέσει!Μου αρέσει!