2ος Στοχαστικός Χρόνος

Σαν πολύ γρήγορα δεν κυλάς ρε χρόνε;

Ποιος νομίζεις πως είσαι, μας πιάνεις απ’το χεράκι όταν είμαστε μικρά παιδιά και μας αφήνεις μέσα σε μια κάσα ρυτιδιασμένους αν είμαστε τυχεροί;

Κι αυτό το λες ταξίδι της ζωής;

Πόσους στοχαστικούς χρόνους θα γράψω ακόμη άραγε; Έναν; Πέντε; Δέκα ή και εκατό αν τα κάνω όλα τέλεια και γίνω τέλειος, πεφωτισμένο κύτταρο της ανθρωπότητας;

Μάλλον δεν έχει και τόση σημασία.

Το νόημα, κρύβεται αλλού. Κρύβεται εκεί όπου το μεσοδιάστημα των στοχαστικών χρόνων γεμίζει από τα πνευματικά μου highlights, την τρέλα και τη διάνοια.

Κανονικά, μάλλον θα έπρεπε να διαβάσω το αντίστοιχο κείμενο της περασμένης χρονιάς, αλλά πέραν του ότι βαριέμαι, ίσως αξίζει να δούμε κατά πόσο εγώ παραμένω εγώ ή αλλάζω. Πόσο άραγε τα μονοπάτια που τραβά η σκέψη μου είν’τα ίδια στο πέρασμα του χρόνου;

Σήμερα έκλεισε το μπλογκ δυο χρόνια ζωής. Είναι κάτι σαν γενέθλια. Το μόνο πράγμα για το οποίο είμαι περήφανος στη ζωή μου, αυτή η λευκή σελίδα, με μια θολή φιγούρα να σε κοιτά κατάματα, μάλλον η ψυχή μου είναι, και οι πεταμένες αράδες που ψάχνουν να σχηματίσουν νοήματα. Δεν είμαι κάτι πέραν αυτού του μπλογκ. Αλλά κι αν ήμουν, δε θα το ήξερα ούτε κι εγώ. Όταν δεν νιώθω και πολύ καλά, κάτι που δε συμβαίνει σπάνια, μπαίνω να τσεκάρω για λίγο την αρχική σελίδα, ή ανοίγω τη σελίδα των γραπτών και σκρολλάρω προς τα κάτω. Παίρνω λίγη δύναμη, κλείνω την ιστοσελίδα και συνεχίζω τις άτονες αναζητήσεις, τα διαβάσματα και τις παρακολουθήσεις. Όπως άλλοι κοιτιούνται στον καθρέφτη τους κάθε τόσο για να πουν μάλλον «φτου μου», έτσι κάνω κι εγώ όταν τσεκάρω την πνευματική μου εικόνα. Είμαι κι εγώ ένα ψώνιο άλλου είδους, κι όσο κι αν κάνω τον έξυπνο, δεν είμαι τίποτα περισσότερο από έναν κομπλεξικό άλλου τύπου.

Όπως και να’χει, τίποτα δεν είναι καλό ή κακό μονάχα. Είναι πολύ περισσότερα. Αν γράφοντας εδώ στο μπλογκ παίρνω μια ευχαρίστηση που λίγα πράγματα στη ζωή μού τη δίνουν, τότε καλά κάνω και γράφω. Κι αν άνθρωποι που με διαβάζουν βρίσκουν έστω και κάτι ελάχιστα θετικό στις εξομολογήσεις αυτές, εγώ νιώθω πολύ πολύ λιγότερο μόνος.

Το να μοιράζεσαι τέτοιου είδους κείμενα, πέρα από τρέλα, μοιάζει να’ναι και θαρραλέο πανάθεμά με! Δημοσιεύοντας ενδόμυχες σκέψεις σαν κι αυτές, είναι σαν να δείχνω στον κόσμο τα ταχυδακτυλουργικά μου κόλπα με τα ακονισμένα μαχαίρια που πετώ στον αέρα. Σας παρακαλώ, μην με περνάτε για θαρραλέο, μάλλον για τρελό και χαμένο θα’ταν καλύτερα να με περνάτε. Παρόλα αυτά, πιστεύω ότι τέτοιου είδους έκθεση μπορεί να κάνει καλό στην ψυχή του καθενός και της καθεμιάς. Σιγά τα αυγά άλλωστε, ποιος είπε με ποιον τρόπο οφείλουμε να ζούμε τη ζωή μας; Πιστεύω ακράδαντα ότι όλοι οι καλλιτέχνες στύβουν τους πόνους τους και παίρνουν τα ζουμιά φτιάχνοντας σούπες για εμάς. Καταφέρνουν έτσι την τρέλα τους να την κάνουν ψυχή που μένει και μοιράζεται σε όλους. Καθορίζουν τις τάσεις της σκέψης και του συναισθήματος και καταλήγουν να ορίσουν και να δημιουργήσουν τον κόσμο μας. Αν κάποιος μας λέει να μη γράφουμε, να μην φτύνουμε τις ψυχές μας μέσα από τις τέχνες στους καμβάδες των πτυχών της, τότε είναι σαν να μας λέει μη ζείτε. Κι αν δε ζούμε, κι υπάρχουμε απλά ως ζωντανοί νεκροί, τότε παύουμε να κρατούμε τα νήματα της ζωής που την συνέχουν με την ύπαρξη. Δεν πειράζει άρα, καλύτερα τρελοί κι αλλοπαρμένοι με καθαρές συνειδήσεις, ζώντας τον ευτελισμό μας, παρά μια ζωή μέσα στην συναισθηματική και διανοητική κατάψυξη.

Μόλις ήπια στα γρήγορα ένα δοκίμιο με τίτλο «Ας ξυπνήσουμε!» του Edgar Morin και αναμετρήθηκα μαζί του νιώθοντας για άλλη μια φορά λίγος, μα πάλι προσανατολισμένος στο σωστό δρόμο της ζωής. Ίσως να είμαι και προκατειλημμένος, όπως όλοι άλλωστε, και απλά διαβάζω όσα ήδη είναι κοντά στα δικά μου μυαλά και τον τρόπο σκέψης. Έχει σημασία; Ίσως έχει, λίγη, ελάχιστη. Μέσα από το δοκίμιο πήρα μια μικρή δόση κατανόησης κι ελπίδας, ό,τι χρειαζόμουν πριν βουτήξω το πινέλο με τα δέκα δάχτυλα μες στο μυαλό μου.

Λοιπόν, δυο χρόνια τώρα μοιράζομαι τον εαυτό μου φορώντας μια ταμπέλα με τη λέξη στοχασμός. Έγραφα και πριν στοχαστικά αλλά δεν το συνειδητοποιούσα. Τώρα που το κάνω πιο συνειδητά, ρίχνω στα κείμενα πολλές ερωτήσεις για να δείξω ότι καθώς γράφω, ούτε κι εγώ ξέρω καλά καλά τι λέω, κι απλά φωτίζω περιοχές στις οποίες θέλω να διαβώ. Αυτός ο στοχαστικός τρόπος γραφής που πιάνεται χέρι χέρι με το ελεύθερο που μου παρέχει η σχεδόν άκριτη εκφραστικότητα δημιουργούν το τέλειο μίγμα που χρειάζομαι για να ανοίγω πόρτες μέσα μου. Είναι ένα είδος τεχνικής, όχι φυσικά δικής μου εμπνεύσεως, αλλά τουλάχιστον άρχισα να το αντιλαμβάνομαι τώρα τελευταία ότι το ακολουθώ, το οποίο με ξεκλειδώνει και με ωθεί σε νέες περιοχές του νου. Καμιά φορά πάω αργά αργά πατώντας στις μύτες των ποδιών, άλλες πάλι χοροπηδώ όσο πιο έντονα και με μεγάλους δρασκελισμούς μπορώ. Όσο κι αν σκέφτομαι για τη συγγραφή βιβλίων, με αρχή, μέση και τέλος, πάντα εδώ καταλήγω, να ανοίγω την κενή σελίδα και να αφήνομαι έρμαιο σε αυτή και το πληκτρολόγιο. Όσο γράφω, ακούω μια μουσική εντός μου, ή καλύτερα θα’ταν να πω μια μελωδία, όχι και τόσο ιδιαίτερη μα και πάλι, είναι μια μελωδία που παντρεύεται με τους χτύπους των κουμπιών, που κάποτε κάποτε μοιάζουν με τύμπανα πολέμου.

Μου αρέσει να γράφω ελεύθερα. Απλά προσπαθώ να ακολουθώ χορευτικά την μελωδία και να την ντύνω με λέξεις. Έχω καταλήξει στο ότι σημασία για εμένα έχει η αυτοέκφραση και οι εκλάμψεις που έρχονται στην επιφάνεια. Δεν με απασχολεί καθόλου αν αυτά που γράφω φέρουν λογοτεχνικότητα, αν είναι έγκυρα, αν κάποιος αναγνώστης ή αναγνώστρια πάρουν κάτι. Ακούγεται εγωιστικό, πολύ, μα είναι η αλήθεια, γράφω πρώτα και κύρια για εμένα, και η γνώση ότι θα μοιραστώ το κείμενο με ωθεί να γράψω με έναν διαφορετικό τρόπο από αυτόν που γράφω που και που στο ημερολόγιό μου. Εδώ πλέκω για τα καλά, εκεί φτύνω την ασχήμια μου και την κατάθλιψή μου. Εδώ κρύβομαι ανάμεσα στα κενά των λέξεων, στα ημερολόγια δε με χωρούν οι γραμμές και καταλήγω να μη διαβάζω ποτέ όσα γράφω γιατί είναι αποκρουστικά και με αηδιάζουν. Τα κείμενα του μπλογκ τα ρίχνω μια ματιά κάθε τόσο και μαθαίνω όλο και περισσότερα για εμένα ψάχνοντας να βγάλω νόημα ανάμεσα στα ακαταλαβίστικα λόγια μου. Μάλλον νιώθω άσχημα γιατί νομίζω πως χρησιμοποιώ τις εκάστοτε συνειδήσεις για να εκφραστώ με τον τρόπο που’χω ανάγκη. Μάλλον ζητώ συγνώμη. Μάλλον σε ευχαριστώ. Ελπίζω να προσφέρω κι εγώ κατιτίς πίσω ως παράπλευρη συνέπεια.

Δυο χρόνια εδώ, σαν πουλάκι που τιτιβίζει στα κλαδιά, τραγουδά τον έρωτά του για τη ζωή, την απορία του για το μυστήριό της, συνυφαίνει μελωδίες για να ευχαριστήσει το ίδιο. Είναι μια διαφορετικού τύπου ψυχολογική άσκηση που παρέχει τη δυνατότητα εμβάθυνσης σε αυτή την άβυσσο εντός μου. Με κάνει να νιώθω σαν τον Θησέα μέσα στο λαβύρινθο. Ελπίζω να μην κοπεί η κλωστή μονάχα.

Έχω άραγε αλλαγές; Γράφω γύρω στα οχτώ χρόνια. Σίγουρα από τα αρχικά κείμενα υπάρχει διαφορά. Υπάρχει όμως διαφορά κι από τα πρώτα κείμενα που έγραψα και μοιράστηκα εδώ στην αρχή του μπλογκ; Καμιά φορά, διαβάζοντας παλιότερα κείμενα, νιώθω μια έκπληξη που μετουσιώνεται σε θαυμασμό για την αφεντιά μου. Κοίτα να δεις λέω, ωραίο κείμενο αυτό. Δες το πλέξιμο των λέξεων και των νοημάτων. Ακούω τη μουσική που παρήγαγε ο νους. Νιώθω λες κι ένας άλλος νους το έγραψε. Και μένω με την εντύπωση πως μάλλον έγινα χειρότερος από τότε. Αναγνωρίζω τα λάθη αλλά δεν τα αλλάζω, κι αυτό γιατί αλλάζοντας τα παλιότερα κείμενα είναι σαν να κάνεις edit, καμιά φορά με τη χρήση photoshop, των φωτογραφιών του παρελθόντος σου. Αν είχα κάποτε μπούκλες κι αφάνα, που είχα όντως, γιατί να μπω στη διαδικασία να αφαιρέσω τις μπούκλες, να με κάνω να μοιάζω περισσότερο με το τώρα; Στην τελική, κάθε κείμενο είναι γραμμένο κι από άλλο άτομο, γιατί στο πέρασμα του χρόνου εγώ αλλάζω, κι αν και παραμένω ο ίδιος, είμαι ολότελα διαφορετικός. Όπως είπα και σε άλλο κείμενο, άλλοι τραβούνε σέλφι τα μούτρα τους, ενώ εγώ γράφοντας τραβώ σέλφι της ψυχής μου. Κι έχω μαζέψει ήδη πολλές σέλφι ψυχικές φωτογραφίες και μάλλον είμαι εθισμένος με αυτό, μα δεν πειράζει, ας μείνει κάτι πίσω κι από εμάς. Κι ας είναι καλύτερα κάτι τέτοιο παρά τα μούτρα μου.

Δυο χρόνια τώρα πορεύομαι στη ζωή με αυτό το σημειωματάριο σκέψεων παραμάσχαλα και το’χω να με ορίζει, τουλάχιστον ως ένα βαθμό. Ο κόσμος με βλέπει κι απορεί, γιατί; Μακάρι να μπορούσα να δώσω ξεκάθαρη απάντηση. Απαντώ λέγοντας ένα, και γιατί όχι;

Κυλάει γρήγορα ο άτιμος ο χρόνος και φεύγει μέσα απ’τα χέρια μας η ζωή. Προσπαθώ να κρατώ την ψυχραιμία μου μα είναι κάτι ώρες που τα χάνω. Άντε στο διάολο λέω, πήγαινε ακόμη πιο γρήγορα αν μπορείς, άπονε χρόνε, εσύ δεν υπάρχεις, υπάρχω μόνο εγώ. Αν υπάρχεις είναι για λίγο, ίσα με όσο σε κρατώ στη ζωή, αν πεθάνω, θα σε πάρω μαζί μου. Κανονικά, εσύ θα έπρεπε να φοβάσαι και να μη θέλεις να κυλάς έτσι. Μετά συγκροτούμαι λίγο. Λέω τι χαζομάρες σκέφτομαι πάλι. Ο χρόνος δεν υπάρχει, είναι δημιούργημα του νου. Όλα είναι μια σούπα που βράζει, κι εγώ διαρκώ για λίγο πάνω στη σχάση μιας φουσκαλίτσας που την λέμε ζωή πάνω στη γη.

Κάποια στιγμή θα κάνω έναν μαραθώνιο γραψίματος, θα καθίσω να γράφω με τις ώρες, θα θέσω στο χρονόμετρο του κινητού μου τον χρόνο ρεκόρ του μαραθωνίου και θα αφήσω το μυαλό μου ελεύθερο να πει όλες τις χαζομάρες του, να δούμε τι θα βγει. Προς το παρόν, τράβηξα σήμερα ακόμη μια σέλφι του είναι μου κι από στιγμή σε στιγμή θα την αφήσω σαν χάρτινο καραβάκι να πλεύσει στο ποτάμι της ζωής. Ό,τι θέλει, ας γίνει.

Θα κλείσω με ένα μικρό ποίημα των τριών δευτερολέπτων:

Η ζωή έρχεται
Και φεύγει

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s