Ζωή με ζόφο

Οι ζωές όλων μας θα μπορούσαν να γίνουν ενδιαφέρουσες ιστορίες μέσα σε βιβλία, ταινίες ή και ντοκυμαντέρ.

Σε τίποτα δεν έχει να ζηλέψει η πραγματικότητα την τέχνη. Ίσα ίσα, είναι η τέχνη αυτή που αντιγράφει, κάνοντας copy-paste από συγκεκριμένα σημεία, τη ζωή.

Όσο κι αν μας καθηλώνουν οι μορφές της τέχνης, με την κατάλληλη οπτική κι ίσως με μια άλλη αίσθηση του χρόνου, η ίδια η ζωή μας μπορεί να μας διδάξει τα πάντα.

Θέλω δε θέλω, είμαι αυτός που είμαι, κι όπου κι αν πάω, όπου κι αν βρεθώ, θα με επηρεάζει όλο το παρελθόν μου. Οι άνθρωποι, η γλώσσα, ο τόπος κι η χώρα, δεν είναι απλά χαραγμένα μέσα μου όλα αυτά, όχι. Όλα αυτά είναι που καθορίζουν το ποιος είμαι, είναι αυτά τα οποία έχτισαν τις ποιότητές μου, μαζί και τα ελαττώματα. Ακόμη κι αν δεν τα έχτισαν ακριβώς, μου’δωσαν τα υλικά ώστε να με χτίσω.

Σκέφτομαι την μέχρι πρότινος ζωή μου, για να καταλάβω γιατί είμαι έτσι και γιατί βρίσκομαι εδώ που’μαι. Και βλέπω με τα μάτια του νου μια ζωή ανάκατη, με πληθώρα στιγμών ευτυχίας, αλλά και με έναν τρόμο που μου λέει πως από στιγμή σε στιγμή κάτι κακό θα γίνει. Είναι αυτές οι κηλίδες σκοταδιού που βρωμίζουν το φως μου κι εγώ αναρωτιέμαι, είναι η ζωή που φανερώνεται μέσα στον ζόφο, ή το αντίθετο;

Βρίσκομαι στην Ολλανδία, είμαι εδώ για σπουδές και δουλειά, αλλά κυρίως ήρθα γιατί δεν την πάλευα άλλο στην Ελλάδα. Προσπάθησα μια, προσπάθησα δυο και τρεις μα δε βγαίνει. Ίσως φταίει που’μαι αργόσχολος, που δε μου αρέσει η δουλειά και που μόνο θέλω να διαβάζω βιβλία και να κάνω συζητήσεις. Αν υπήρχε θέση εργασίας για ονειροπόλους θα’χα μαζέψει πολλά ένσημα για τη σύνταξη. Έλα που όμως η πραγματικότητα είναι πιο πεζή και δίχως φαντασία, που’ναι βαρετή κι ας μας δίνει χαστούκια. Δεν απέδωσαν οι προσπάθειες στην Ελλάδα, και γι’αυτό φταίω τόσο εγώ, όσο και η χώρα, η κοινωνία της και το κράτος.

Γεννημένος σε ένα χωριό του νομού Θεσσαλονίκης τη δεκαετία του ’90, απείχα και δεν απείχα από ένα μεγάλο κέντρο. Οι βόλτες για ψώνια με την μάνα μου στην πόλη, με έριχναν στη θάλασσα της κεντρικής αγοράς, παλεύοντας με τα κύματα των μαγαζιών που με κούραζαν τόσο ώστε το μόνο που’θελα, σε κάθε ένα από αυτά που μπαίναμε, ήταν ένα σκαμπό για να καθίσω. Με κάτι τέτοιες αφορμές, δεν με ξένισε ποτέ η πόλη της Θεσσαλονίκης, την οποία έμαθα κι άλλο ως ερωτευμένος έφηβος κι ακόμη καλύτερα ως φοιτητής. Μα αυτά δεν έχουν σημασία. Σημασία έχει ότι εγώ μέχρι τα 18 μου έζησα στο χωριό. Αυτά τα πρώτα χρόνια της ζωής μου έκανα ό,τι έκανε κάθε παιδί στο χωριό. Βόλτες με τον θείο και τη γιαγιά στο στάβλο, που και που κανένα πικνίκ λίγο δίπλα από εκεί που βοσκούσαν τ’αγελάδια. Βόλτες με τους φίλους σε κάθε γειτονιά, εξορμήσεις στο βουνό και στα λαγκάδια. Ατρόμητοι-Παπαδάκης-Κωνσταντίνου και Ελένης. Rebelde Way-Καφέ της Χαράς-Άγρια Παιδιά. Μήλα-αυγά-κουτσό. Κρυφτό-μπάλα-playstation, Pro Evolution και San Andreas. Είχαμε και ζώα, τη μια πάπιες και κότες, την άλλη κουνέλια και καρδερίνες, την τρίτη περιστέρια που’ταν μεζές για τα γεράκια. Κουδούνια που δεν έπρεπε να πατήσουμε, τζάμια που έσπασαν λόγω της αμπαλοσύνης μας, πέτρες που ενοχλούσαν τους ανθρώπους να κοιμηθούν. Χωριατόπαιδα ήμασταν, υγιέστατα σωματικά με μικρή ανάπτυξη συναισθηματικά. Κάναμε μπούλιγκ όταν δε μας έκαναν. Κι όσες φορές χώθηκα για ξύλο απλά τις έφαγα. Η καταστροφή μας ίσως να ξεκίνησε με το πρώτο ίντερνετ-καφέ. Παίζαμε Counter-Strike, 1.6. Λίγο Bam Margera. Warcraft III, Dota 5.84. Lineage II. Στα διαλείμματα, πριν τον ύπνο, Ράδιο Αρβύλα. Έξοδοι τα βράδια που γυρνούσα πρωί στο σπίτι πατώντας στις μύτες των ποδιών μου μην ξυπνήσω κανέναν. Θυμάμαι την αίσθηση της ατμόσφαιρας και τους ήχους των πουλιών που κελαηδούσαν διαφορετικά στις έξι το πρωί. Η εφηβεία κρίθηκε μέσα από τις οθόνες και κοπανώντας ακατάπαυστα τα κουμπιά των πληκτρολογίων. Εκεί που ένιωσα όμως πραγματικά να χάνω τον εαυτό μου ήταν όταν ξεκίνησα να χρησιμοποιώ το Facebook. Το MySpace και Hi5 δεν είχαν τέτοια επιτυχία. Το FB ήταν εκεί για εμάς ώστε να μας διαπαιδαγωγήσει. Παρέα με όλα τα online games, το YouTube και το YouPorn, μας μάθαιναν πολλά περισσότερα απ’όσα μας είχε διδάξει το σχολείο, μαζί και το κατηχητικό.

Μπορεί να μεγάλωσα σε χωριό, αλλά δε διέφερα και τόσο εν τέλει από τα παιδιά των αστικών κέντρων. Το κατάλαβα αυτό στο πανεπιστήμιο. Όλη η νεολαία τότε, το ’11, ήταν πολύ κοντά. Το internet είχε κάνει τη δουλειά του. Μπορεί να μιλούσαμε ελληνικά αλλά στους τρόπους μας, στις συμπεριφορές μας, στα αγαπημένα μας κομμάτια και ταινίες, όλοι αμερικανίζαμε. Ας πούμε πως ήμασταν κατά τα δύο τρίτα ελληνόφρονες, και το τελευταίο τρίτο μια μίξη ευρωπαϊκή και αμερικανική με τη δεύτερη επιρροή να’ναι σαφώς μεγαλύτερη.

Όλα αυτά τα χρόνια, καθώς μεγαλώναμε, γινόμασταν μάρτυρες της μιας τρέλας μετά της άλλης. Πρώτα η χαρά του ευρώ, που κάναμε συλλογές από τα νομίσματα της κάθε χώρας. Μετά η μέθη του Euro και των Ολυμπιακών Αγώνων. Στα καπάκια και η πρωτιά της Eurovision. Μέχρι που έπεσε το Boeing της Helios και πήραμε μια σφαλιάρα. Για εμένα εκείνη η χρονιά φύλασσε και το διαζύγιο των γονιών μου. Την επόμενη χάσαμε τον φίλο μας τον Α. λόγω τροχαίου με το μηχανάκι. Είχα ορκιστεί τότε να μην ασχοληθώ με μηχανάκια ποτέ μου. Μετά ο Δεκέμβρης του Αλέξη. Έπειτα το Καστελόριζο και η τρικομματική που’ταν τρομοκρατική. Κάπου εκεί στις αρχές του ’11 χώριζα από τον πρώτο μεγάλο έρωτα κι ό,τι συνέβαινε μέσα αλλά και γύρω μου ήταν πιο έντονο. Οι διακυμάνσεις της εντάσεως των συναισθημάτων στα ύψη και στα βάθη. Μετά ψήφισα τον Αλέξη, γιατί ήθελα να το ρίξω σε μικρό κόμμα κι όχι άκυρο. Δεν ήταν η ελπίδα που μας έδωσε, ήταν η απελπισία και το άι γαμηθείτε όλοι. Κάπως έτσι φτάσαμε στο δίλημμα, σύστημα/αντισύστημα, κι εγώ, φύση αναρχικός κι επαναστατικός, τόσο δικαίως όσο κι αδίκως, ήμουν αντισυστημικός μα μη στρατευμένος. Χαρά μου το’χω που κορόιδευα τους Δαπίτες, αν και είχα φίλους Πασπίτες στη σχολή. Ήταν όλοι όμως για τ’ανάθεμα. Οι μόνοι που μου φαινόντουσαν φυσιολογικοί, ήταν οι αναρχικοί, μέχρι που τους γνώρισα καλύτερα κι έτσι αποφάσισα πως η πολιτική δεν είναι για εμένα. Χάρη σε αυτή την κατάσταση, στράφηκα στη λογοτεχνία και τη φιλοσοφία. Προς το τέλος των σπουδών, ήρθαμε αντιμέτωποι με το δίλημμα του δημοψηφίσματος. Δεν ψήφισα γιατί δούλευα στην κατασκήνωση του ΑΠΘ στο Ποσείδι, αλλά αν το έριχνα θα το’δινα σίγουρα στο Όχι. Σήμερα, έχοντας αλλάξει κι ωριμάσει λίγο, ίσως με μισή καρδιά να το’ριχνα στο Ναι, κι αυτό γιατί η έξοδος από την Ευρωζώνη ίσως είχε περαιτέρω αρνητικές συνέπειες. Όσο μαλάκες κι αν φαίνονται στα μάτια μας οι Ευρωπαίοι, αν παραμένουμε ασφαλείς, όσο μπορούμε, είναι λόγω της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ. Όσα εγκλήματα κι αν έχουν κάνει ηθελημένα οι ΗΠΑ, κι άθελά τους εκεί στις Βρυξέλλες, δυστυχώς τα συμφέροντα του μέσου Έλληνα παραλληλίζονται με αυτές τις συμμαχίες. Έτσι άλλαξε κι ο Αλέξης όταν το παραδέχτηκε έμμεσα αυτό κι ας μας στοίχισε, στους »ιδεαλιστές», η θυσία της πρώτης φοράς Αριστερά. Μετά το δημοψήφισμα, που ευτυχώς μάλλον παρά δυστυχώς εφαρμόστηκε το Ναι, ο κόσμος μου γκρεμίστηκε καθώς έχασα τον θείο μου, τον έναν από τους δυο ανθρώπους που με γαλούχησαν μεγαλώνοντάς με. Η γνωριμία με τον θάνατο ήταν φρικιαστική αλλά χειρότερη είναι η ζωή μετά τον θάνατο. Ο πόνος δε σβήνει παρά μονάχα εμείς μεγαλώνουμε. Ακόμη θυμάμαι όμως τη φωνή του θείου, τη μυρωδιά του, το άγγιγμα του χεριού του στο σβέρκο μου. Κι έπειτα, η εμπειρία με τον στρατό που με έριξε ακόμη περισσότερο βυθίζοντάς με στα τάρταρα από τα οποία παλεύω ακόμη να επανέλθω. Η πίεση αυτή με έστειλε ως το Εδιμβούργο, μετανάστη πάνω σε ένα ποδήλατο, έστω για λίγες ώρες, φοβισμένο τόσο που ένιωθα σα φτερό στον άνεμο. Γύρισα πίσω. Πιάστηκα με ένα Voucher, ψεύτικο όσο όλα στην Ελλάδα, είδα να γίνεται πρωθυπουργός άλλος ένας γιος πρώην πρωθυπουργού, τουλάχιστον πιο καταρτισμένου σε σχέση με τους δυο προηγούμενους αλλά το ίδιο προβληματικής φυσιογνωμίας. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ένα επεισόδιο του Black Mirror έγινε πραγματικότητα το ’20 κι εμείς κλειστήκαμε σπίτι για να μην ψοφήσουμε σαν τους αρουραίους στην Πανούκλα του Καμύ. Εγώ την πέρασα μάλλον καλά, 40 μέρες μέσα στον κόσμο του Lineage, το πιο παραγωγικό πράγμα που’κανα ήταν το γεγονός πως παρακολούθησα στα κλεφτά το Bojack Horseman, το Rick and Morty και το The Good Place. Αλλά η κοινωνία βάρεσε κόκκινο, το ίδιο κι εγώ δίχως να το συνειδητοποιήσω. Μετά το’σκασα στην Ιταλία με ένα πρόγραμμα εθελοντισμού του Erasmus κι έπειτα, γυρίζοντας πίσω άρον άρον, πήρα την απόφαση να ανοίξω μια Λογοτεχνική Σχολή, δίχως να ξέρω που πάνε τα τέσσερα. Για να την παλέψω, ψάχνοντας για εργασία κάθε είδους, κατέληξα να εργάζομαι σε βιβλιοπωλείο και να δουλεύω και για την ΕΛΣΤΑΤ, λόγω απογραφών, παράλληλα, ερχόμενος σε επαφή με τον αντεπαγγελματισμό του Δημοσίου αλλά και την παράνοια του Ιδιωτικού τομέα. Οι τάσεις φυγής με έσπρωξαν για άλλη μια φορά στο εξωτερικό, αυτή τη φορά ως φοιτητή, εδώ στην Ολλανδία, που δεν είναι όσα ευελπιστούσα, κάτι το οποίο με φέρνει αντιμέτωπο ξανά με τη μοίρα μου. Στο αποκορύφωμα όλων, το σιδηροδρομικό δυστύχημα που γκρέμισε το αφήγημα της κυβέρνησης λίγο πριν τη λήξη της τετραετίας. Όλη αυτή η κατάσταση, με τα τόσα προβλήματα, και τις τόσες λάθος αποφάσεις, έχει γίνει το τέλειο, εύφλεκτο υλικό, για μια ζωή που θα χαραμιστεί μέσα στον ζόφο.

Έχω τόσα πολλά ανέκφραστα συναισθήματα, σκέψεις κι ιδέες μέσα μου που με τρώνε και δε λένε να με αφήσουν σε ησυχία. Κι αν γράφω έτσι, χαοτικά, είναι γιατί στο μυαλό μου μέσα επικρατεί ένα χάος που δε λέει να μπει σε τάξη.

Αν όσα ισχύουν για εμένα ισχύουν και για πολλούς της γενιάς μου, τότε πάει να πει ότι υπάρχουν πολλοί νέοι άνθρωποι εκτός Ελλάδας που νιώθουν ότι πούλησαν το τομάρι τους στο Διάβολο, κερδίζοντας μια πιο εύκολη υλική ζωή αλλά χάνοντας την ουσία της πραγματικής ζωής, η οποία, όπως μας έχουν κάνει κι έχουμε γίνει, μπορεί να καρπωθεί μόνο εν Ελλάδι. Καλό το αστείο της Ευρώπης, αλλά η μετανάστευση, όσο εύκολη κι αν έχει γίνει στις μέρες μας, δεν παύει να’ναι μετανάστευση. Ο μετανάστης, νιώθει αποξενωμένος από την κοινωνία που τον φιλοξενεί, κι έρχεται εγγύτερα στο ρεύμα πολιτισμού που τον δημιούργησε, γίνεται πιο πατριώτης, αν και ανοιχτόμυαλος. Για παράδειγμα, δεν είχα διαβάσει παρά μονάχα λίγη Βαμβουνάκη, την Φόνισσα του Παπαδιαμάντη και την Ασκητική του Καζαντζάκη, και τώρα εδώ που’μαι, έχω πέσει με τα μούτρα στον τελευταίο κι αρχίζω να τον ερωτεύομαι. Παρόλο που αποφεύγω τους Έλληνες, το μυαλό μου είναι μόνιμα πίσω. Καταλαβαίνω ότι όλα τα όνειρα που’χα για μια κοσμοπολίτικη ζωή, στηρίζονταν στον αέρα, καθώς αδυνατώ να προσαρμοσθώ σε ένα πιο ανεπτυγμένο περιβάλλον, το οποίο τείνει να χάσει το πρόσημο της ανθρωπινότητάς του.

Η ελληνικότητά μου, είναι τόσο βαθιά ριζωμένη που τίποτα δεν μπορεί να την ξεριζώσει, κι αυτό το καταλαβαίνω τώρα που η παρηγοριά μου κρύβεται στην πνιχτή φωνή του μουστακαλή μας, τις μελωδίες του έντεχνου και τις κραυγές της ραπ. Ποιον κόσμο να σώσει κανείς, τι να πρωτοαλλάξει, αν δεν σώσει τον εαυτό του, αν δεν αλλάξει ο ίδιος, κι αν δε μεταδώσει την αλλαγή στο περιβάλλον του οποίου αποτελεί το λιθαράκι. Πώς να βρει λύτρωση ο άνθρωπος που αποκόπηκε από την αγέλη του για να υποστηρίξει την αγέλη που ακούει στο όνομα Ανθρωπότητα. Ποια Ανθρωπότητα όταν το μόνο που βλέπεις τριγύρω είναι ψεύτικα χαμόγελα καρφωμένα σε αστόχαστα κεφάλια που το μόνο που τους νοιάζει είναι να βγουν, να πιούν και να ξεγνοιάσουν από το καθημερινό στρες που τους κρέμεται στο λαιμό δίχως αιτία.

Δε μου άρεσε ούτε η ελληνική πραγματικότητα και γι’αυτό είμαι εδώ που βρίσκομαι, αλλά εν τέλει, ούτε κι η πραγματικότητα η ολλανδική, η ευρωπαϊκή, μου κάνει. Όσο ζω κονταροχτυπιέμαι με τις ελπίδες μου, τις φρούδες, οι οποίες με σπρώχνουν από τη μια τρέλα στην άλλη δίχως σταματημό. Και οι μέρες περνούν και γίνονται χρόνια. Το σώμα χάνει τη δύναμή του, το ίδιο και το πνεύμα, κι ας βλέπει λίγο καλύτερα μέσα στη θολούρα του.

Πιάνω τον εαυτό μου να σκέφτεται πότε θα επιστρέψει, και ως τι και γιατί. Μα ξέρω καλά πλέον πως η κοινωνία στην Ελλάδα είναι αντικοινωνική, συμφεροντολόγα και τυφλή. Οι νεότερες γενιές έχουν κατακεραυνωθεί από τις κρίσεις, δεν είναι τυχαίο το permacrisis. Κρίσεις εγχώριες: οικονομική-κοινωνική-πολιτική. Κρίσεις οικουμενικές: περιβαλλοντική-οικονομική-γεωπολιτική. Όλες αυτές οι κρίσεις δεν είναι παρά συνέπειες των λανθανόντων τρόπων σκέψεις και πράξης, τόσο σε εγχώριο όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η κρίση της Ανθρωπότητας σχετίζεται με τον τρόπο σκέψης, με τα κριτήρια που θέτει κι όλες τις αξίες της. Κανείς δεν ασχολείται με αυτό, όλοι πάνε να σβήσουν τις φωτιές στα δέντρα, οι οποίες και πρέπει να σβηστούν. Αλλά το δάσος όλο καίγεται, κι εμείς, οι νεότερες γενιές, μεγαλώσαμε κι ενηλικιωθήκαμε μέσα σε μια νέου είδους παράνοια, καήκαμε από χέρι, και δε μοιάζουμε ικανοί να σώσουμε τίποτα, ούτε καν τους εαυτούς μας. Ο κόσμος μας έχει γίνει ένα μεγάλο τρελοκομείο, και οι άνθρωποι μετά χαράς θα θελήσουν να πάνε σε κάθε είδους πόλεμο ώστε να ξεδώσουν όλη αυτή την παράνοια που τους βρήκε.

Κρίμα όμως που φτάνουμε στο σημείο δίχως επιστροφή, και είμαστε σχεδόν με τα δυο πόδια στην άλλη πλευρά, την πλευρά του σκότους, χωρίς να μπορούμε να’ρθουμε πίσω. Πάνε οι μεγάλες χαρές όπως πάνε και τα παιδικά κι εφηβικά χρόνια. Τώρα μόνο ατέρμονος πόνος, φόβος και άγχος μέχρι το μπουμ.

Η ζωή μας δεν έπρεπε να φτάσει εδώ, να όμως που έφτασε. Για να δούμε, τι κρύβεται στην επόμενη στροφή. Τρίτος Παγκόσμιος; Κλιματική Αλλαγή που θα κάνει τροπική την Ανταρκτική; Επίσκεψη από τους Εξωγήινους; Ο ΠΑΟΚ πάντως πήρε το Πρωτάθλημα και το Μετρό όπου να’ναι τελειώνει, άρα σημαντικά πράγματα μπορεί να μας συμβούν από στιγμή σε στιγμή.

Έχει καμιά σημασία να πω ότι η γενιά μου θέλει μόνο εξυγίανση και εκσυγχρονισμό του κράτους και ότι κανένα από τα κόμματα δεν μπορεί να επιτύχει αυτούς τους τόοοοσο απαιτητικούς στόχους; Έχει σημασία να πω ότι η ελπίδα μας σβήνει σαν το κεράκι μας; Έχει σημασία να πω ότι αυτό δεν είναι ένα σκοτεινό κείμενο παρά μια διαπίστωση της πραγματικότητας όπως εγώ την αντιλαμβάνομαι;

Οι πιθανότητες είναι εναντίον μας αλλά εμείς εφόσον συνεχίζουμε να αναπνέουμε και να θέλουμε, να απαιτούμε σχεδόν, να ζούμε, δεν μπορούμε να κάνουμε άλλο από το να αναλάβουμε τις ευθύνες μας. Ευθύνες που απορρέουν ανάλογα με τη δύναμη που ξεκλείδωσε κανείς σε αυτό το παιχνίδι που’ναι η ζωή. Δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Η ανάγκη για αλλαγή είναι τόσο μεγάλη που η απαίτησή της είναι ήδη πίσω μας. Τα συστήματα της Ανθρωπότητας καταρρέουν κι απαιτούνται νέα. Οι αξίες της το ίδιο. Το μυαλό της το ίδιο. Πάμε να πολεμήσουμε για να μην καταρρεύσουμε, δεν υπάρχει άλλη επιλογή.

Κι αν δεν μπορούμε να ενισχύσουμε το σύνολο της ανθρώπινης ζωής λόγω της μικρότητάς μας ως πολίτες της Ελλάδας, ας δουλέψουμε έστω ώστε να δώσουμε ένα παράδειγμα σε κάθε νέο άνθρωπο του πλανήτη, ότι η ζωή μπορεί να ανθίσει ακόμη και στις συνθήκες ακραίας αντιξοότητας. Σύμφωνα με τον Νικόλαο, εμείς δεν κάνουμε άλλο από το να μετουσιώνουμε την ύλη σε πνεύμα. Ας το πράξουμε λοιπόν.

Ένα τέτοιο παράδειγμα μπορεί να επιτευχθεί μόνο όταν εμείς, οι νεότεροι, συνειδητοποιήσουμε ότι πρέπει να αποφύγουμε τα λάθη των πρότερων γενεών, που αφέθηκαν να αλληλοφαγωθούν και ξόδεψαν μια ζωή μόνιμα διχασμένοι, που το έριξαν μόνο στο παρόν τους δίχως να σκέφτονται το μέλλον των παιδιών τους, που χρεοκόπησαν ηθικά γιατί δεν ήταν τίποτα άλλο παρά μπαμπουίνοι, και που κρατούνε ακόμη τα ηνία της ζωής, δίχως να θέλουν να παραδώσουν στον συναθλητή τους τη σκυτάλη. Δεν τίθεται ζήτημα εμείς ή αυτοί. Τίθεται το ζήτημα του αν θα μπορέσουμε να συνεχίσουμε τη ζωή. Και για να κάνουμε κάτι τέτοιο, για να μπορέσουμε να κάνουμε παιδιά, θα πρέπει να θυσιάσουμε τις ζωές μας ώστε να νικήσουμε την μικρότητα που κρύβεται στον κάθε άνθρωπο, την μικρότητα που γεννά τις κρίσεις. Να ελέγξουμε την αρνητική μας επιρροή στο περιβάλλον, να εκδημοκρατίσουμε τον κόσμο, να μοιράσουμε πιο δίκαια τον τόσο πλούτο που δημιουργείται, να ανεβάσουμε την αξία της ανθρώπινης ζωής εκεί που της πρέπει. Για να το κάνουμε αυτό, πρέπει είτε με το καλό ή το κακό, να πάρουμε τη σκυτάλη απ’όσους μας έφεραν ως εδώ, κι όχι απλά να τους ψηφίζουμε, φέρνοντας μια τον έναν, μια τον άλλο, στην εξουσία που δε λένε να τη χορτάσουν.

Δε θέλουμε να γίνουμε οι επαναστάτες του παρελθόντος που μέσω βίας επιδίωξαν να βρουν το δίκιο τους, κι όταν το βρήκαν, έγειραν την πλάστιγγα από την άλλη. Που ήταν τα γουρούνια που έδιωξαν τους ανθρώπους. Θέλουμε να είμαστε επαναστάτες συνείδησης που θα φυσήξουμε στο στόμα κάθε ανθρώπου, μεταδίδοντάς του το οικουμενικό πνεύμα που οφείλει να’χει, στον ανοιχτό και παγκοσμιοποιημένο πλανήτη μας.

Τέρμα πια με τις διχόνοιες, θέλουμε ενότητα, από όλους, για όλους, με όλους! Όσοι δεν είναι μαζί μας, δεν είναι άμεσα εναντίον μας, ίσως έμμεσα μόνο. Αλλά και πάλι, δεν είναι εχθροί, απλά οφείλουμε ως συνάνθρωποί τους να τους δείξουμε όσα βλέπουμε με απώτερο στόχο να τους έχουμε στο πλευρό μας.

Αν είναι αυτή η ζωή να πάει έτσι, με ζόφο, τουλάχιστον να’ναι ζόφος που προκύπτει από τον φόβο της πράξης, όχι της απραξίας. Η πεμπτουσία της θεωρίας κρύβεται στην πράξη. Στην πράξη μετουσιώνεται όλο το φως που έχει τη δυνατότητα να νικήσει το σκοτάδι.

Φτάνει πια με τα μισόκλειστα μάτια!

Να ανοίξουμε τα μάτια μας και τα μυαλά μας!

Να φέρουμε σε πράξη όσα πιστεύουμε ότι λείπουν!

Δυστυχώς έχουμε ακόμη μπόλικο απόθεμα ελπίδας. Και φοβόμαστε εννοείται. Είμαστε καταδικασμένοι, δεν μπορούμε να μην προσπαθήσουμε…

Η χρεοκοπία του πολιτικού μας συστήματος ας είναι η αφορμή για πολιτική δράση σε καθημερινό επίπεδο και σε όλες τις εκφάνσεις της ζωής, γιατί ναι, κάθε πτυχή του βίου είναι έμμεσα μα άρρηκτα συνδεδεμένη και φέρει πολιτική χροιά.

6 σκέψεις σχετικά με το “Ζωή με ζόφο

  1. Καλησπέρα φίλε μου. Ελπίζω να είσαι καλά. Άνοιξες την καρδιά σου πάλι σήμερα σε μια εξομολόγηση-διαδρομή ζωής, σκέψεων, απόψεων και ιδεών. Ήταν μια ιδιαίτερη επικοινωνία μαζί σου σαν αναγνώστες.
    Ανοίγεις φυσικά πολύ μεγάλα και άπειρα ζητήματα, που θέλουν ώρες για κουβέντα και προσέγγιση. Χαίρομαι όμως γιατί τα θίγεις.
    Στέλνω την καλησπέρα μου και τις ευχές μου.

    Αρέσει σε 1 άτομο

    1. Να’σαι καλά Γιάννη που μπήκες στον κόπο να κολυμπήσεις στις σκέψεις μου!
      Είμαι καλά, όσο μπορώ, με βοηθάνε τα όνειρα όπως πάντα.
      Θα ήταν ωραία αν μπορούσαμε να κάποια στιγμή να βρεθούμε από κοντά και να κάνουμε συζητήσεις με τέτοια θέματα, ίσα για την απόλαυση του μοιράσματος των απόψεων.
      Ευχαριστώ!

      Αρέσει σε 1 άτομο

  2. Ο Ν.Καζαντζάκης που μνημονεύεις (που κι εγώ λατρεύω) έγραψε: — Να αγαπάς την ευθύνη, να λες: Εγώ μονάχος μου έχω χρέος να σώσω την γης. Αν δεν σωθεί εγώ θα φταίω. Ατομική ευθύνη και χρέος του καθένα μας είναι να κοινοποιήσουμε τις φωτεινές σκέψεις για να καταπολεμηθεί παγκόσμια ο ‘’ζόφος’’ που τόσο θαυμαστά περιγράφεις. Η guchellas.com αυτό το στόχο πιστεύει πως μπορεί να πετύχει με την διαδικτυακή Παγκόσμια Ένωση Πολιτών να είναι ο φάρος θετικών σκέψεων και προτάσεων. Χαιρετίζω το ιδανικό πρότυπο Παγκόσμιου Πολίτη !

    Αρέσει σε 1 άτομο

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s