Φυσάει και το κεράκι τρεμοσβήνει.
Φυσάει κι η ψυχή κρυώνει, μαζεύεται και σφίγγει.
Κάθε μέρα που περνά ερχόμαστε όλο και κοντύτερα στον θάνατο.
Κάθε χτύπος της καρδιάς είναι μοναδικός όπως μοναδική είναι και η κάθε μια στιγμή.
Μπρος στον χρόνο και το ψύχος, πόσο βαραίνει η ζωή του ανθρώπου;
Μπρος στην μοναξιά, τον πόνο και την απελπισία, τι αξία έχει η ύπαρξή μας;
Σήμερα γεννήθηκε ένα μωρό και πέθανε ένας γέρος. Ισολογισμός ουδέτερος.
Σήμερα έγινε ένα πάρτι γενεθλίων μα και μια κηδεία. Ισορροπία στο συναίσθημα και την ζωή.
Είναι φορές που αναλογίζομαι τα μεγάλα πνεύματα που πέρασαν από αυτόν τον κόσμο. Ανθρώπους που ήρθαν κι έφυγαν όπως ακριβώς θα κάνουμε κι εμείς, αλλά κατάφεραν να αφήσουν κάτι πίσω τους. Κατάφεραν να επηρεάσουν τα πράγματα της εποχής τους. Βούδας, Σωκράτης κι Ιησούς. Αφυπνίσου, γνώρισε κι αγάπα. Τρεις μονάχα λέξεις, σαν χρυσά κλειδιά που ξεκλειδώνουν τα μυστήρια της ζωής και απαλύνουν τον πόνο της. Τρία αδέρφια μας, άνθρωποι με σάρκα και οστά, ή και όχι, που στο πέρασμά τους άφησαν μήνυμα για όλους. Αφυπνίσου, γνώρισε κι αγάπα.
Τρεις μονάχα ξέρουμε μα πόσοι σαν και δαύτους υπήρξαν; Κανείς δεν ξέρει, κανείς δεν μπορεί να το πει. Τρία μονάχα πνεύματα που μας άφησαν για κληρονομιά ό,τι είχαμε ανάγκη. Πού να ήξεραν πως δεν ήμασταν ικανοί να αξιοποιήσουμε τη σοφία τους. Πού να φανταζόντουσαν ότι στο όνομά τους περά από μεγάλα καλά, θα προέκυπταν και τρομερά δεινά.
Ο άνθρωπος στάθηκε πολύ λίγος τόσα χρόνια. Πολύ λίγος γιατί δεν μπόρεσε να νιώσει βαθιά, βαθύτερα κι από βαθιά, τη δύναμη των λόγων άλλων, τη σοφία που έχουμε στα βιβλία μας εδώ και χιλιάδες χρόνια. Ο άνθρωπος είναι αδύναμος σε απίστευτο βαθμό. Ένα ζώο είναι ακόμα κι η όποια λογική του δεν είναι παρά ο δούλος των παθών του. Πως να φτάσει στο άγιο και θείο; Μια ζωή αποδεικνύεται ότι δε φτάνει. Δε φτάνει επειδή την προσεγγίζουμε με μια ψυχή κι ένα πνεύμα μέσα στο γύψο. Τρώμε τον χρόνο μας σκεπτόμενοι ανάγκες κι επιθυμίες αναλώνοντας κάθε ευκαιρία μπρος στο ζωώδες κι εφήμερο.
Αντί να αφυπνιστούμε, μπαίνουμε όλο και περισσότερο στο τρίχωμα του κούνελου.
Αντί να γνωρίσουμε, συνηθίζουμε την άγνοια και ξεχνάμε και τα λίγα που μάθαμε ως παιδιά.
Αντί να αγαπήσουμε, αγαπάμε να μισούμε τον εαυτό μας, τον συνάνθρωπό μας, τον κόσμο ολάκερο.
Ο κόσμος μας είναι γεμάτος αντιθέσεις. Είχε δίκιο ένα αδέρφι μας που’πε πως πατέρας όλων είναι ο πόλεμος. Ο πόλεμος ως σύγκρουση, ως ανταγωνισμός, ως πεδίο μάχης. Μέσα στις έκρυθμες καταστάσεις κάνουμε σαν τρελοί για μια ανάπαυλα ειρήνης, για μια περίοδο δικαιοσύνης κι ένα ψήγμα μόνο γαλήνης επιζητώντας πως και πως την ισορροπία.
Μέσα στις αντιθέσεις και τις αντιφάσεις μας, μέσα στην αέναη αναζήτηση ισορροπίας που μας διακατέχει, δεν μπορούμε να αξιοποιήσουμε τη σοφία των λόγων άλλων, γιατί είμαστε τυφλοί και κουτοί. Είμαστε ανήμποροι κι αδύναμοι.
Ίσως γι’αυτό φταίνε και οι μεγάλες επιταγές. Πως ο άνθρωπος να αφυπνιστεί αν σαν τον σκύλο ψάχνει τροφή και στέγη και λίγη αγάπη; Πως ο άνθρωπος να γνωρίσει τον εαυτό του και τον κόσμο αν η προσοχή του στρέφεται μονίμως στις ανάγκες και τις παραπλανητικές του επιθυμίες; Πως ο άνθρωπος να αγαπήσει αν δεν ξέρει τι πάει να πει αγάπη γιατί ποτέ κανείς δεν μπόρεσε να του τη διδάξει;
Σκέφτομαι τις πλάτες μας, μικρές σαν είναι υπό το ανύποτο βάρος των πόνων που πάνε χέρι-χέρι με τη ζωή. Μικροί, μικρούληδες, ψείρες είμαστε. Πως να αντέξουμε τα βαρίδια, πως να σηκώσουμε κεφάλι, πως να βρούμε τη σοφία και να την αφήσουμε να μας διαποτίσει;
Αναλογίζομαι όλο τον πόνο που υφίστανται άνθρωποι σαν κι εμένα. Ναι, υπάρχει και η χαρά, υπάρχει και το καλό αλλά η πραγματική γαλήνη κρύβεται στην απουσία του πόνου εφόσον υπάρχει παράλληλα ζωή. Πονεμένοι άνθρωποι που μέσα στην τρέλα και τον πανικό τους τραυματίζουν άλλους, σαν μια τιμωρία απέναντί τους μόνο και μόνο γιατί υπάρχουν. Από πατέρα σε παιδί κι από παππού σε εγγόνι. Αν υπάρχει μοίρα τότε είναι μοίρα πόνου. Το ταξίδι της ζωής τελειώνει άδοξα για όλους και περισσότερο γι’αυτούς που μένουν πίσω να σε κλάψουν. Τυχερός αυτός που φεύγει μέσα στην ατυχία του γιατί δεν είναι εδώ για να πονέσει, δεν ζει τον θάνατό του, αλλά τον ζούμε εμείς, οι εναπομείναντες.
Αξίζει όλος αυτός ο πόνος; Αυτό το σύνολο των πόνων, μικρών ή μεγάλων που νιώθουμε και μας χαρακώνει; Κάποιοι είπανε πως μπορούμε τον πόνο να τον μετατρέψουμε σε δύναμη, ναι αλλά γιατί; Γιατί αντί για δύναμη να μην επιδιώξουμε να μειώσουμε τον πόνο μέσα μας με άλλα μέσα; Γιατί να μη μειώσουμε τον πόνο στον κόσμο, να μην κάνουμε αυτό το δώρο, όχι απλά στους άλλους, αλλά πάνω απ’όλα στους εαυτούς μας που το έχουν τόσο ανάγκη για να αισθανθούν ζωντανοί; Ευχαριστώ και παρακαλώ, όχι. Το σωστό είναι ευχαριστώ κι ευχαριστώ. Γεια και χαρά. Υγεία να’χεις αδερφέ μου και να χαίρεσαι τη ζωή. Ενικός ευγενίας μόνο. Ο πληθυντικός είναι υποκρισία των αδαών.
Σκέφτομαι πως τελικά οι επιταγές σοφίας ήταν δύσκολο να εξαργυρωθούν από την τράπεζα της ανθρωπότητας. Πως να αφυπνιστείς και να φωτιστείς αν δεν δεις καθαρότερα; Πως να γνωρίσεις τον εαυτό σου αν δεν κοιτάξεις μέσα από τον καθρέφτη το άτομό σου κατάματα; Πως να αγαπήσεις αν είσαι σε σύγχυση κι ενώ το έχεις τόσο μα τόσο ανάγκη, πέφτεις σε παγίδες που ο ίδιος βάζεις στον εαυτό σου;
Από την άλλη, ίσως οι σοφοί αδερφοί μας ανέμεναν κάτι παραπάνω από εμάς. Αν δεν μπορείς να αφυπνιστείς, τότε ποιο είναι το πρωταρχικό βήμα; Αν δεν μπορείς να γνωρίσεις, τότε τι κάνεις; Αν δεν μπορείς να αγαπήσεις, τότε πως ζεις;
Είμαι πάνω στο όριο, από τη μια η παράνοια κι από την άλλη η ευφυία, από τη μια η βλακεία κι από την άλλη η σοφία. Καλύτερα να παραμείνω εδώ γιατί αν κάνω καμιά απότομη κίνηση θα χάσω περισσότερα απ’όσα νομίζω. Μου φτάνει να αναρωτιέμαι δίχως να δίνω απαντήσεις. Η τέχνη είναι να ανεγείρουμε τα κατάλληλα ερωτήματα κι ας δώσει ο καθείς τις απαντήσεις που του ταιριάζουν καλύτερα.
Το μόνο στο οποίο θα αναφερθώ, λέγοντας κάτι που έχει ειπωθεί από άπειρα στόματα, αλλά τι πειράζει να το επικαλεστώ κι εγώ, στο κάτω κάτω για καλό είναι, είναι η αξία του σεβασμού. Ο σεβασμός είναι ίσως το πρώτο βήμα μπρος σε πολλά πράγματα. Ο σεβασμός για τον εαυτό, τον άλλο, τη ζωή. Σεβασμός γιατί όλοι πονάνε και πρέπει να συμπονούμε. Σεβασμός γιατί όλοι έρχονται και φεύγουν μόνοι. Σεβασμός γιατί δείχνει τον δρόμο.
Πολλοί Βούδες, Σωκράτηδες και Ιησούδες υπήρξαν κι άλλοι τόσοι θα υπάρξουν. Αδέρφια μας που χάθηκαν και θα χαθούν στη λήθη. Όπως ακριβώς θα γίνει και με εμάς. Στο σύντομο πέρασμά μας, ας μάθουμε τουλάχιστον να σεβόμαστε. Δεν πειράζει αν δε φωτιστούμε, αυτό προϋποθέτει πολλά για τα οποία ίσως και βιολογικά δεν είμαστε έτοιμοι. Δεν πειράζει να μη γνωρίσουμε μιας κι αυτό που μάθαμε σήμερα αύριο έχει κιόλας αλλάξει. Δεν πειράζει που δεν αγαπούμε, αρκεί να σεβαστούμε τους εαυτούς μας, τους συνανθρώπους μας κι όλη τη ζωή και τη φύση στο σύνολό τους.
Σεβασμός λοιπόν, απλό και λιτό.
Σεβασμός που ενδεχομένως να είναι η βάση για όλα τα υπόλοιπα.
Όλα αξίζουν, αρκεί να κάνουμε το πρώτο βήμα και να πάρουμε τον δύσκολο δρόμο ώστε να γνωρίσουμε πως η αγάπη θα μας φωτίσει.
Το σημερινό τρελοκομείο που είναι ο κόσμος δεν είναι ανάγκη να γίνει σφαγείο ξανά. Υπάρχουν κι άλλοι δρόμοι που οδηγούν σε προτιμότερους προορισμούς. Ο άνθρωπος αγαπά να γκρεμίζει και να χτίζει, αρκεί να μη μηδενίζει κι απαξιώνει τη ζωή. Εμπρός, λοιπόν, ας τη σεβαστούμε.